ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΕΚΛΟΚΕΝΤΑΥΡΟΥ

Φαντάσου έναν καρεκλοκένταυρο με αποκολλημένα τα πισινά του, να έρπει προς το νέο του αξίωμα. Μοιάζει με αλλόκοτο μαλάκιο, αηδιαστικά απροστάτευτο και εμετικά θλιβερό. Την ώρα που πανικόσυρτο, σπεύδει να οχυρωθεί στο νέο του κέλυφος. Ίσως, γι' αυτό και κανένας από τους γυμνόποδες αδελφούς μου, δεν το πατάει. Τόσο πολύ το σιχαίνονται.
Κώστας Ι. Γιαλίνης

ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕ (Translate)

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ «Αριστουργήματα του Ιαπωνικού Κινηματογράφου»

Κλασικές και αγαπημένες ταινίες του παγκόσμιου σινεμά τις οποίες υπογράφουν τέσσερις κορυφαίοι ιάπωνες δημιουργοί –οι Κένζι Μιζογκούτσι, Γιασουχίρο Όζου, Τεϊνοσούκε Κινουγκάσα και Κον Ιτσικάουα-, απαρτίζουν το αφιέρωμα «Αριστουργήματα του Ιαπωνικού Κινηματογράφου» της Ταινιοθήκης Θεσσαλονίκης. Το αφιέρωμα πραγματοποιείται από την Πέμπτη 6 έως και την Κυριακή 9 Μαρτίου 2014 στην αίθουσα Τάκης Κανελλόπουλος (Μουσείο Κινηματογράφου – Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης, Αποθήκη Α’, Λιμάνι).
Οι ταινίες του αφιερώματος συγκαταλέγονται ανάμεσα στις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Καλλιτεχνικά αψεγάδιαστες, θίγουν πανανθρώπινα και διαχρονικά ζητήματα με σπάνια αριστοτεχνική δύναμη. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για τις ταινίες: Ουγκέτσου Μονογκατάρι (Ιστορίες της χλωμής σελήνης μετά τη βροχή) του Κένζι Μιζογκούτσι (1953), Ταξίδι στο Τόκιο του Γιασουχίρο Όζου (1953), Η πύλη της κόλασης του Τεiνοσούκε Κινουγκάσα (1953) και Η άρπα της Βιρμανίας του Κον Ιτσικάουα (1956).

Αξίζει να θυμηθούμε ότι: «Το αριστούργημα του Μιζογκούτσι είναι το αριστούργημα του ιαπωνικού σινεμά και μια από τις ωραιότερες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου», σημειώνει ο γάλλος σκηνοθέτης Ερίκ Ρομέρ για την ταινία Ουγκέτσου Μονογκατάρι στα «...» (Μάιος 1958).

-Το Ταξίδι στο Τόκιο του Γιασουχίρο Όζου συμπεριλαμβάνεται σταθερά σε όλες τις λίστες που αφορούν στις 10 καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ.
-Βραβευμένη με τον Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ Καννών και το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας, Η πύλη της κόλασης του Τεϊνοσούκε Κινουγκάσα, θάμπωσε το δυτικό κοινό με τη μεγαλοπρέπειά της.
-Η άρπα της Βιρμανίας του Κον Ιτσικάουα είναι μια από τις πιο συγκλονιστικές αντιπολεμικές ταινίες που μας έδωσε ο ιαπωνικός κινηματογράφος τη δεκαετία του ’50.
Να σημειωθεί ότι, στο πλαίσιο του αφιερώματος, το Σάββατο 8 Μαρτίου, πριν την προβολή της ταινίας Ταξίδι στο Τόκιο του Γιασουχίρο Όζου, θα πραγματοποιηθεί ομιλία με θέμα «Εισαγωγή στο Ταξίδι στο Τόκιο και στο έργο του Γιασουχίρο Όζου», από τον κριτικό κινηματογράφου Θωμά Λιναρά (αίθουσα Τάκης Κανελλόπουλος, ώρα 20.15).

Πώληση εισιτηρίων: Μουσείο Κινηματογράφου – Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Α΄, Λιμάνι, τηλ. 2310-508.398, cinematheque@filmfestival.gr)
Τιμή εισιτηρίου: 4 ευρώ (γενική είσοδος), 3 ευρώ (για τα μέλη). Κάρτα μέλους: 1 ευρώ.

Πρόγραμμα προβολών

ΠΕΜΠΤΗ 6/3 18.30 Η πύλη της κόλασης - 21.00 Η άρπα της Βιρμανίας
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 7/3 18.30 Ταξίδι στο Τόκιο - 21.00 Ουγκέτσου Μονογκατάρι
ΣΑΒΒΑΤΟ 8/3 18.30 Η άρπα της Βιρμανίας - 21.00 Ταξίδι στο Τόκιο
ΚΥΡΙΑΚΗ 9/3 18.30 Ουγκέτσου Μονογκατάρι - 21.00 Η πύλη της κόλασης

Οι ταινίες αναλυτικά:

Ουγκέτσου Μονογκατάρι (Ιστορίες της χλωμής σελήνης μετά τη βροχή) (Ιαπωνία, 1953) Σκηνοθεσία: Κένζι Μιζογκούτσι. Ασπρόμαυρη, 96’.
Σ’ ένα χωριό της μεσαιωνικής Ιαπωνίας, η οποία σπαράζεται από εμφύλιους πολέμους, ο Γκεντζούρο, ένας φτωχός αγγειοπλάστης, ονειρεύεται καλλιτεχνική δόξα και πλούτη, ενώ ο γαμπρός του, Τομπέι, φιλοδοξεί να γίνει ένδοξος σαμουράι. Ξεκινούν για να πουλήσουν την πραμάτεια τους στην πόλη και ύστερα από διάφορες περιπλανήσεις και περιπέτειες, ο Τομπέι «γίνεται» όντως σαμουράι λέγοντας ψέματα ότι τάχα σκότωσε έναν στρατηγό του εχθρού, ωστόσο όταν επιστρέφει στο σπίτι του βρίσκει τη γυναίκα του να εκπορνεύεται. Εν τω μεταξύ, ο Γκεντζούρο υποκύπτει στην γοητεία της Ουακάσα, μιας πανέμορφης και μυστηριώδους πριγκίπισσας την οποία και ακολουθεί στο παλάτι της, για να ανακαλύψει, έκπληκτος, αργότερα ότι πρόκειται για ένα φάντασμα. Επιστρέφοντας και αυτός στο χωριό, συναντά ένα ακόμα φάντασμα: αυτό της γυναίκας του, η οποία στη διάρκεια της απουσίας του έχει δολοφονηθεί...
«Το αριστούργημα του Μιζογκούτσι είναι το αριστούργημα του ιαπωνικού σινεμά και μια από τις ωραιότερες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Πρόκειται για μια επιτομή όπου συγκλίνουν οι πιο αντίθετες τάσεις της τέχνης και οι πιο ποικίλες πηγές έμπνευσης. Από όποια οπτική γωνία κι αν τη δούμε, είναι ταυτόχρονα αυτό κι εκείνο και κάτι ακόμα και όλα συνυπάρχουν αρμονικά. Είναι ο ελληνικός μύθος της Οδύσσειας και την ίδια στιγμή και ο κελτικός μύθος του Λανσελότου, ένα από τα ωραιότερα έπη περιπέτειας και τρελού έρωτα, ένα από τα φλογερότερα άσματα που έχουν γραφτεί ποτέ, προς τιμήν της αυταπάρνησης και της πίστης, ένας ύμνος στην Ενότητα και ταυτόχρονα στην ετερογενή ποικιλία των φαινομένων... Δεν υπάρχει τίποτα περιττό στην ταινία αυτή. Η κάμερα ευαίσθητη και στον παραμικρό κόκκο ύλης, χρονοτριβεί στις καλαμιές και τα νερά, στα περίτεχνα χτενίσματα και στα στολίδια των γυναικών, με μια νωχελική ευχαρίστηση που διόλου δεν αποτρέπει την αποφασιστικότητα με την οποία οι μικρές κινήσεις της μηχανής μάς δείχνουν πόσο η μοίρα μας είναι δεμένη με τη Φύση... Όταν στην οθόνη εμφανίζεται η λέξη «Τέλος» με δυσκολία πιστεύουμε πως έχει περάσει κιόλας μιάμιση ώρα...».  Ερίκ Ρομέρ, «Κάχιερς ντου Σινεμά», τχ. 80, Μάιος 1958

Ταξίδι στο Τόκιο (Ιαπωνία, 1953). Σκηνοθεσία: Γιασουχίρο Όζου. Ασπρόμαυρη, 140’.
Ένα ζευγάρι ηλικιωμένων, ο Χιραγιάμα Σουκίτσι και η σύζυγός του Τόμι, έρχονται από την επαρχία στο Τόκιο, με σκοπό να επισκεφθούν τα παιδιά τους. Αρχικά τους φιλοξενεί ο μεγάλος τους γιος Κόιτσι με τη γυναίκα του. Καθώς όμως γρήγορα ενοχλούνται από την παρουσία τους στο σπίτι, τους στέλνουν να φιλοξενηθούν στην κόρη τους Σιγκέ. Αυτή με την σειρά της τους «ξεφορτώνεται» και σε συμφωνία με τον αδελφό της τους «δωρίζουν» υποχρεωτικές διακοπές στα λουτρά του Ατάμι. Όμως εκεί υπάρχει πολυκοσμία και θόρυβος και οι δύο ηλικιωμένοι δεν μπορούν να ησυχάσουν. Επιστρέφουν λοιπόν στο Τόκιο, αναζητώντας ένα κατάλυμα για να περάσουν το βράδυ. Το μοναδικό πρόσωπο που ενδιαφέρεται γι’ αυτούς, τους συμπεριφέρεται με ευγένεια και καλοσύνη και τελικά τους φιλοξενεί, όχι από υποχρέωση αλλά επειδή το νιώθει πραγματικά, είναι η Νορίκο, η γυναίκα του γιου τους που χάθηκε στον πόλεμο. Όταν επιστρέφουν σπίτι τους, η Τόμι αρρωσταίνει και ύστερα από λίγο καιρό πεθαίνει. Μετά την κηδεία, η μόνη που μένει για να κάνει συντροφιά στο γέρο πατέρα είναι η Νορίκο.
Η φθορά των συναισθημάτων στο πέρασμα του χρόνου, το εφήμερο των ανθρώπινων πραγμάτων, οι προσδοκίες που διαψεύδονται, το χάσμα των γενεών που υψώνεται αμείλικτο, οι οικογενειακοί δεσμοί που ξεθωριάζουν, η ανέφικτη επικοινωνία, ο παλιός ευγενικός κόσμος που χάνεται μαζί με τους γέρους γονείς, η επιβολή ενός νέου μοντέλου ζωής, στο οποίο κυριαρχεί ο εγωκεντρισμός, η υστερική επιβεβαίωσης της ατομικότητας και όπου ο χρόνος ποτέ δεν είναι αρκετός... Κι όλα αυτά μέσα από το γαλήνιο και ήρεμο βλέμμα της ακίνητης και χαμηλά τοποθετημένης κάμερας του Γιασουχίρο Όζου, σε μια ταινία, η ύπαρξη της οποίας και μόνο, ομορφαίνει τον κόσμο. Το Ταξίδι στο Τόκιο έχει «κρατημένο στασίδι» σ’ όλες τις λίστες που αφορούν στις 10 καλύτερες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου.

Η πύλη της κόλασης (Ιαπωνία). Σκηνοθεσία Τεϊνοσούκε Κινουγκάσα. Έγχρωμη, 86’. 
Γύρω στα 1150 στην διάρκεια της περιόδου Μέιτζι, γίνεται πραξικόπημα εναντίον του αυτοκράτορα, το οποίο τελικά αποτυγχάνει. Για να παραπλανηθούν οι στασιαστές, στην αυτοκρατορική άμαξα μπαίνει η Κέσα, μια κυρία της αυλής, υπό την προστασία του σαμουράι Μορίτο Έντο. Μετά την καταστολή της εξέγερσης ο σαμουράι ξανασυναντά την Κέσα και καθώς είναι ερωτευμένος μαζί της την ζητά σε γάμο, αλλά μαθαίνει ότι είναι παντρεμένη με τον άρχοντα Βατάρου. Τυφλωμένος από το ερωτικό του πάθος, επιμένει σ’ αυτήν την παράλογη απαίτηση γάμου και σταδιακά γίνεται ο περίγελος της κοινωνίας του Κιότο. Όταν σύζυγος και επίδοξος εραστής βρίσκονται αντιμέτωποι σ’ έναν αγώνα ιππασίας, ο Μορίτο νικά, αλλά αυτή η νίκη αντί να καταπραΰνει μεγαλώνει το πάθος του για την Κέσα, την οποία απειλεί πως θα σκοτώσει μαζί μ’ όλη της την οικογένεια, αν δεν γίνει δική του. Η γυναίκα, πιστή στον σύζυγό της και κλεισμένη στον εαυτό της θα επιλέξει να δώσει ένα τραγικό τέλος στο αδιέξοδο.
Βραβευμένη με τον Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ Καννών και το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας, Η πύλη της κόλασης είναι μια μελοδραματική ταινία, με εκθαμβωτική εικαστική δύναμη, που θάμπωσε το δυτικό κοινό με τη μεγαλοπρέπειά της. Ο Τεϊνοσούκε Κινουγκάσα, ένας από τους πιονιέρους του ιαπωνικού κινηματογράφου, υιοθετεί για την αφήγηση της ιστορίας του μια θεατρογενή δραματουργική δομή, στην λογική του Θεάτρου Νο. Η σύνθεση των κάδρων, η εξαιρετικά λειτουργική χρήση και αξιοποίηση των χρωμάτων, η ερμηνεία των ηθοποιών η σκηνογραφική της επιμέλεια, το ηχητικό της υπόστρωμα και η μουσική -όλα τέλεια εναρμονισμένα και σε απόλυτη συμμετρία- δημιουργούν ένα λυρικό οπτικοακουστικό ποίημα αξεπέραστου ερωτικού πάθους.

Η άρπα της Βιρμανίας (Ιαπωνία, 1956) Σκηνοθεσία: Κον Ιτσικάουα. Ασπρόμαυρη, 98’
1945. Ενώ η Ιαπωνία παραδίδεται έχοντας βιώσει το ολοκαύτωμα της ατομικής βόμβας, ορισμένες μονάδες του γιαπωνέζικου στρατού εξακολουθούν να μάχονται ενάντια στους συμμάχους στη Βιρμανία. Ο διοικητής μιας μονάδας και οι φανατισμένοι άντρες του, προτιμούν να πέσουν στο πεδίο της μάχης παρά να παραδοθούν. Ο Μισομίζου ένας νεαρός στρατιώτης που παίζει άρπα, αιχμάλωτος σε αγγλικό στρατόπεδο, στέλνεται για να τους πείσει να παραδοθούν, αλλά αποτυγχάνει στην αποστολή του. Έχοντας αντικρίσει στην περιπλάνησή του τα απομεινάρια της μεγάλης σφαγής και τις εκατόμβες των χιλιάδων άταφων συμπατριωτών του αποφασίζει να γίνει μοναχός, να μείνει στη Βιρμανία και να αφοσιωθεί στην ταφή των νεκρών.
Η άρπα της Βιρμανίας είναι μια από τις πιο συγκλονιστικές αντιπολεμικές ταινίες που μας έδωσε ο ιαπωνικός κινηματογράφος στην δεκαετία του ’50. Πρόκειται για ένα λυρικό έργο γεμάτο ποίηση, όπου το νεκρό συνομιλεί με το ζωντανό, επικεντρωμένο στο δικαίωμα των νεκρών για ταφή, καθώς το κύριο μέλημα κάθε πιστού ταοϊστή, είναι η φροντίδα των νεκρών. Ο νεαρός πρωταγωνιστής νιώθει βαθιά μέσα του αυτό το ηθικό χρέος και αφιερώνει με αυταπάρνηση τη ζωή του στην επιτέλεση αυτού του ιερού καθήκοντος. Ο Μισομίζου βυθίζεται στην σιωπή, καθώς αρνείται να μιλήσει και επικοινωνώντας μονάχα μέσα από την μουσική, ουσιαστικά θέλει να θάψει το νεκρό σώμα της ηττημένης χώρας του, για να της δώσει την δυνατότητα να νεκραναστηθεί. Ο Κον Ιτσικάουα, με τη βοήθεια της θαυμάσιας ασπρόμαυρης φωτογραφίας, δημιουργεί εικόνες σπάνιας εικαστικής ομορφιάς, που ισορροπούν ανάμεσα στη φρίκη του πολέμου και την ελπίδα της Ανάστασης.

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

16ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα 14-23 Μαρτίου 2014

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ

Επίκαιρα κοινωνικά ζητήματα, σύγχρονες εικόνες της κρίσης, διαδρομές στην Ιστορία και τη μνήμη, η πολιτική στο μικροσκόπιο, αλλά και έμφαση στην καλλιτεχνική δημιουργία και σε πορτρέτα ξεχωριστών ανθρώπων, είναι οι θεματικές που κυριαρχούν στα ελληνικά ντοκιμαντέρ τα οποία συμμετέχουν στο 16ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου αιώνα. Συνολικά 60 ελληνικά ντοκιμαντέρ, τόσο στο διεθνές πρόγραμμα, όσο και στο ελληνικό πανόραμα, συνθέτουν ένα γοητευτικό μωσαϊκό της ανθρώπινης πραγματικότητας και προσκαλούν το κοινό να το ανακαλύψει.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Το ντοκιμαντέρ Η νονά του Στέλιου Κούλογλου ανιχνεύει τη διαδρομή της καγκελάριου Άνγκελα Μέρκελ, ενώ η ταινία Στο νήμα των Έμιλυς Γιαννούκου και Αλέξανδρου Παπανικολάου ακολουθεί τον Αλέξη Τσίπρα κατά την προεκλογική περίοδο. Στο Καιρός για ήρωες της Καλλιόπης Λεγάκη και του Άγγελου Κοβότσου, ο Ροβήρος Μανθούλης αποκαλύπτει τον έλληνα δημοσιογράφο Ηλία Δημητρακόπουλο, άνθρωπο-κλειδί στο σκάνδαλο ... Το 128 Κερατέα: Μια πραγματική ιστορία των Γρηγόρη Οικονομίδη και Βάιου Σύρρου καταγράφει το οδοιπορικό της εξέγερσης των κατοίκων της Κερατέας ενάντια στη δημιουργία ΧΥΤΑ στην περιοχή, ενώ το ΣΤαγώνες της Νέλλης Ψαρρού εστιάζει στην υπόθεση της ιδιωτικοποίησης του νερού στη Θεσσαλονίκη. Τέλος, στο ... του Κώστα Πλιάκου, με οδηγό έναν ράπερ, παρακολουθούμε τη ζωή στη Λιβύη μετά την πτώση του καθεστώτος του Καντάφι.

ΚΡΙΣΗ
Ο Γιώργος Αυγερόπουλος καταγράφει τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ, στο ντοκιμαντέρ του Το χαμένο σήμα της δημοκρατίας. Μια πιο αισιόδοξη προσέγγιση της κρίσης αποτυπώνουν τα ντοκιμαντέρ Ο άλλος άνθρωπος του Στάθη Γαλαζούλα, Κοινωνικό Ωδείο της Θέκλας Μαλάμου και της Αλεξάνδρας Σαλίμπα, ... της Έλενας Ζερβοπούλου και ... της Αλκμήνης Μπούρα. Η Κατερίνα Πατρώνη παρουσιάζει εναλλακτικές μορφές καλλιτεχνικής δημιουργίας στο Η τέχνη της κρίσης, η περίπτωση του θεάτρου. Καθημερινές ιστορίες ανθρώπων που ζουν στη σημερινή Ελλάδα αναδεικνύονται μέσα από τα ντοκιμαντέρ Στο φαρμακείο της Μύρνας Τσάπα και ... της Κατερίνας – Μάρθας Κλαρκ.

ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Τα δικαιώματα των γυναικών βρίσκονται στο επίκεντρο τριών ελληνικών ντοκιμαντέρ: Το Παίζοντας με τη φωτιά της Αννέτας Παπαθανασίου φέρνει στο φως τη βαρβαρότητα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες ηθοποιοί στο Αφγανιστάν, το ... της Νίνας Μαρίας Πασχαλίδου αποκαλύπτει την απρόσμενη επίδραση που έχουν τα τούρκικα σίριαλ στη γυναικεία χειραφέτηση στις αραβικές χώρες, ενώ το ... της Χριστίνας Πιτούλη ερευνά το θέμα της κλειτοριδεκτομής μέσω μαρτυριών από την αφρικανική κοινότητα στην Ισπανία.

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ
Εικόνες της μετανάστευσης δίνουν οι ταινίες Ηλιόσποροι του Αντώνη Τολάκη, με επίκεντρο παιδιά μετανάστες στο κέντρο της Αθήνας, και Τα όνειρα της δημοκρατίας του Μορτέζα Τζαφαρί, με ήρωες μια ομάδα ιρανών μεταναστών στη Θεσσαλονίκη.

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ
Η περιβαλλοντική συνείδηση αποτελεί τον κεντρικό άξονα στα ντοκιμαντέρ Χρυσό δάσος του Στρατή Βογιατζή, για το ορυχείο χρυσού στις Σκουριές Χαλκιδικής και Αλυκές των Ήρας Ντίκα και Γιώργου Σαβόγλου για την παραγωγή αλατιού σε μια αλυκή στη Β. Ελλάδα.

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
To ντοκιμαντέρ ... του Δημήτρη Στατήρη, αποκαλύπτει το συνταρακτικό πορτρέτο ενός μποξέρ που μεγάλωσε σε ένα ζοφερό περιβάλλον στα περίχωρα του Μιλάνου. Σαν από αστυνομικό μυθιστόρημα, το ... της Αλεξάνδρα Άνθονι αφηγείται μια υπόθεση γονικής απαγωγής και των συνταρακτικών συνεπειών της. Την απίστευτη ιστορία ενός Έλληνα που κατατάχθηκε στη Λεγεώνα των Ξένων, πολέμησε στο Βιετνάμ, άλλαξε στρατόπεδο και κατέληξε εθνικός ήρωας των Βιετκόνγκ ξετυλίγει το ντοκιμαντέρ Βιετ Κώστας. Υπηκοότης: ακαθόριστος του Γιάννη Τριτσιμπίδα. Έναν πολυμήχανο, ασυμβίβαστο άνθρωπο που δεν το ‘βαλε ποτέ κάτω παρουσιάζει το Λούης-Επτά φορές να πέφτεις, οκτώ να σηκώνεσαι του Γιώργου Ζέρβα, ενώ στο Βόη ένας αγώνας τυφλών της Ελένης Χρυσομάλλη, πρωταγωνιστεί η αποφασιστικότητα μιας ομάδας τυφλών που παίζουν ποδόσφαιρο.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ
Συναισθηματικά φορτισμένο, το ντοκιμαντέρ Καλάβρυτα-Άνθρωποι και σκιές του Ηλία Γιαννακάκη, παραθέτει μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τη σφαγή των Καλαβρύτων. Κινηματογραφικό ενδιαφέρον έχει το ντοκιμαντέρ Στοργή στο λαό του Βασίλη Δούβλη, το οποίο φέρνει στο φως λογοκριμένα καρέ ταινιών που προβλήθηκαν στη διάρκεια της χούντας. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος και ο Παντελής Βούλγαρης μοιράζονται μεταξύ άλλων τις δικές τους εμπειρίες. Η ιστορία του πρώτου ηλεκτρικού αυτοκινήτου πόλης που παράχθηκε από τον Γουλανδρή στη Σύρο περνά μέσα από το Ανάμεσα σε δυο νησιά του Μιχάλη Σταυρόπουλου, ενώ τα Γιάννενα του στοχασμού και των θρύλων των Πάνου Κυπαρρίση και Φάνη Δούσκου καταγράφουν την ιστορική και καλλιτεχνική διαδρομή της πόλης.

ΤΕΧΝΗ
Ο αγώνας και οι αγωνίες των νέων ηθοποιών ξεδιπλώνονται στο ντοκιμαντέρ Ηθοποιοί: Ημερολόγιο σπουδής του Δημήτρη Κουτσιαμπασάκου, ενώ στη Μήδεια... Κρείσσων των εμών βουλευμάτων ο Νίκος Γραμματικός στοχάζεται πάνω στο μύθο της Μήδειας. Καλλιτεχνικές αναζητήσεις, καθημερινές ανθρώπινες ιστορίες, εικόνες της κρίσης θέατρο και διάδραση κυριαρχούν στα ντοκιμαντέρ Να μείνω ή να φύγω; του Μενέλαου Καραμαγγιώλη, Δεύτερο τέλος του Νίκου Λυγγούρη, ... του Γιώργου Κραββαρίτη, Οδοιπορικό στους Δελφούς της Αποστολίας Παπαϊωάννου και Σχετικά με το τέλος του κόσμου του Γιάννη Μισσουρίδη.

Στα χνάρια του Τζέιμς Τζόις κινείται η Βουβούλα Σκούρα στο Τα τετράδια του, των ελληνικών, ένας ηθοποιός από την Αναπαράσταση του Θόδωρου Αγγελόπουλου θυμάται στη Θηλειά του Βασίλη Λουλέ, ένα εικαστικό χωριό στήνεται με την καθοδήγηση του γλύπτη Θ. Παπαγιάννη στο Θεόδωρος Παπαγιάννης: επιστροφή στο Ελληνικό του Παναγιώτη Κράββαρη, ενώ στο ... ο Τζώρτζης Γρηγοράκης μας ταξιδεύει στο μουσικό φεστιβάλ του ... των Άλπεων.

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΠΟΡΤΡΕΤΑ
Το πορτρέτο του διακεκριμένου έλληνα ζωγράφου Π. Τέτση σκιαγραφεί το ντοκιμαντέρ Παναγιώτης Τέτσης «Παίζοντας με τα χρώματα» του Γιάννη Βαμβακά, η Αιμιλία Μηλού ακολουθεί στην καθημερινότητά του τον ζωγράφο Άντη Ιωαννίδη στο Να ταΐσω τους μέρμυγκες, το ΑΡΙΚΑ.Α του Μένιου Καραγιάννη παρουσιάζει την ιδιαίτερη προσωπικότητα του ζωγράφου Δημήτρη Ανδριανόπουλου, ενώ το Ες αύριον τα σπουδαία- πορτρέτα του αύριο: Η φαντασμαγορία της ήττας της Αναστασίας Χριστοφορίδου συστήνει τον εικαστικό καλλιτέχνη Γιώργο Τζινούδη από τη Θεσσαλονίκη. Διαφορετικές προσωπικότητες από όλα τα φάσματα της τέχνης αναδεικνύονται στα ντοκιμαντέρ: Οπτική γωνία του Νίκου Πανουτσόπουλου, Οπτική γωνία: Το Χρώμα του Σταύρου Ψυλλάκη, ... στιγμές ζωής της Ηρώς Σιαφλιάκη, Ακριβέ μας Νίκο του Αλέξη Κλεάνθους, Ες αύριον τα σπουδαία – πορτρέτα του αύριο: Κρίτων ο ακροβάτης του Γρηγόρη Βανταρινού ... του Παύλου Κοσμίδη και Το Κενό. Η μουσική περίπτωση της Κατερίνας Πετράκου του Δημήτρη Παπούλια.

ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Ξεχωριστές εικόνες της Ελλάδας απαθανατίζουν πολλά από τα ντοκιμαντέρ του 16ου ΦΝΘ: Ένα πανηγύρι με διονυσιακά στοιχεία -Τα δολάρια του αγίου της Αύρας Γεωργίου -, το πρώτο ροκ μπαρ στο Βόλο -10.000 νύχτες του Κώστα Ανέστη-, η ιστορία των θερινών κινηματογράφων -2013 θερινά σινεμά στην Αθήνα της Μαγδαληνής Ρεμούνδου-, η καθημερινότητα ενός πρωταθλητή μποξ στην Ελλάδα -Μποξέρ του Γιώργου Παντελεάκη-, γνωστές προσωπικότητες του εξωτερικού (Βικτόρια Χίσλοπ, Ρος Ντέιλι κ.ά.) που ζουν στην Κρήτη - ... του Μανώλη Κριτσωτάκη-, πορτρέτα ανθρώπων που ζουν στην Πάτμο -Η ζωή στη χώρα των συνόρων των Μπάμπη Τσούτσα, Αγκάθα Νταρλάση, Ελένης Λαμπροπούλου, Γιάννη Νικολάου, Μιχαήλ Αρμάν Πογκοσιάν -, καθημερινά στιγμιότυπα στην Ανάφη -Μια αναπνοή στο Αιγαίο του Αποστόλη Ασημακόπουλου-, και το προσκύνημα στην Τήνο - ... της Λίας Τσάλτα.

Σ.Σ.Σ.: Από το κείμενο που μας έστειλαν, έχουν αφαιρεθει ΟΛΕΣ οι ξενικούρες, αγγλικούρες, και αρλουμποφράγκικες αηδίες λέξεις...

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

«Κλασικές Ευρωπαϊκές Ταινίες ΙΙΙ»

ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Λουί Μαλ, Βιμ Βέντερς, Τζίλο Ποντεκόρβο και Μπέλα Ταρ: Τέσσερις διακεκριμένοι δημιουργοί που σφράγισαν με το έργο τους τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο, βρίσκονται στο προσκήνιο αυτή την εβδομάδα στην Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης. Αφορμή, το αφιέρωμα «Κλασικές Ευρωπαϊκές Ταινίες ΙΙΙ», το οποίο πραγματοποιείται από την Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου έως και την Κυριακή 2 Μαρτίου 2014 στην αίθουσα Τάκης Κανελλόπουλος (Μουσείο Κινηματογράφου – Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης, Αποθήκη Α’, Λιμάνι).
Φιλοτεχνημένες με την πρωτοποριακή ματιά των δημιουργών τους, οι ταινίες του αφιερώματος είναι κλασικές, η καθεμιά με το δικό της τρόπο. Εστιάζουν σε καθοριστικά ιστορικά στιγμιότυπα, υπαρξιακά αδιέξοδα και ταξίδια αυτογνωσίας και αποτελούν σημεία αναφοράς στην έβδομη Τέχνη. Πιο συγκεκριμένα, το αφιέρωμα περιλαμβάνει τις ταινίες: Η μάχη του Αλγερίου του Τζίλο Ποντεκόρβο (1966), H φλόγα που τρεμοσβήνει του Λουί Μαλ (1963), Στο πέρασμα του χρόνου του Βιμ Βέντερς (1976) και Οι αρμονίες  του Μπέλα Ταρ (2000).

Αξίζει να θυμηθούμε ότι:-Η ταινία Η μάχη του Αλγερίου θεωρείται ένα ανυπέρβλητο αριστούργημα: Λίγες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου δίνουν στο θεατή τόσο έντονα την ψευδαίσθηση ότι δεν παρακολουθεί απλά την ιστορική αναπαράσταση της μάχης στο Αλγέρι το 1967, αλλά ότι βιώνει ο ίδιος τα γεγονότα τη στιγμή που εκτυλίσσονται.

-Ο Τζιμ Τζάρμους, ο σπουδαίος σκηνοθέτης του ανεξάρτητου σινεμά, είχε δηλώσει στοιχειωμένος από τη θέαση της ταινίας Οι αρμονίες του Μπέλα Ταρ.
-Το φιλμ Η φλόγα που τρεμοσβήνει (1963) είναι η πέμπτη ταινία που σκηνοθέτησε ο ήδη σπουδαίος - 31 ετών τότε - Λουί Μαλ, βασισμένος στο ομώνυμο μυθιστόρημα του γάλλου συγγραφέα Πιερ Ντριε Λα Ροσέλ.
-Ο Βιμ Βέντερς σημειώνει χαρακτηριστικά για την ταινία του Στο πέρασμα του χρόνου: «Η ταινία αναφέρεται στην ιστορία δύο ανδρών, αλλά είναι διαφορετική από τις αντίστοιχες αντρικές ταινίες του Χόλιγουντ, στις οποίες μένει απέξω η ουσία του πράγματος: το γιατί οι άνδρες προτιμούν να είναι μεταξύ τους και όχι με τις γυναίκες κι αν το κάνουν είναι μονάχα για να περάσουν τον καιρό τους».

Να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο του αφιερώματος «Κλασικές Ευρωπαϊκές Ταινίες ΙΙΙ» και αποκλειστικά κατά τη διάρκεια αυτού, στο πωλητήριο του Μουσείου Κινηματογράφου – Ταινιοθήκης Θεσσαλονίκης θα διατίθενται σε ειδική, μειωμένη τιμή οι εκδόσεις του ΦΚΘ για τον Μπέλα Ταρ (από τα 5 στα 3 ευρώ) και τον Βιμ Βέντερς (από τα 15 στα 9 ευρώ).

Πώληση εισιτηρίων: Μουσείο Κινηματογράφου – Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Α΄, Λιμάνι, τηλ. 2310-508.398, cinematheque@filmfestival.gr)
Τιμή εισιτηρίου: 4 ευρώ (γενική είσοδος), 3 ευρώ (για τα μέλη).
Κάρτα μέλους: 1 ευρώ.

Πρόγραμμα προβολών

ΠΕΜΠΤΗ 27/2
18.30 Οι αρμονίες - 21.00 H φλόγα που τρεμοσβήνει

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 28/2
20.00 Στο πέρασμα του χρόνου

ΣΑΒΒΑΤΟ 1/3
18.30 H φλόγα που τρεμοσβήνει - 21.00 Η μάχη του Αλγερίου

ΚΥΡΙΑΚΗ 2/3
18.30 Η μάχη του Αλγερίου - 21.00 Οι αρμονίες

Οι ταινίες αναλυτικά:


Η μάχη του Αλγερίου (Ιταλία, 1966)
Σκηνοθεσία: Τζίλο Ποντεκόρβο. Ασπρόμαυρη, 121’.
Η ταινία μάς μεταφέρει στο ταραγμένο Αλγέρι, όταν η γαλλο-αλγερινή ένοπλη αντιπαράθεση αγγίζει την κορύφωσή της, καταγράφοντας την ιστορική μάχη της πόλης του Αλγερίου το 1957 και τη δράση του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου της Αλγερίας (FLN) εναντίον των γάλλων αποικιοκρατών. Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας εκτυλίσσεται τις ημέρες της επταήμερης γενικής απεργίας που οργάνωσε το FLN και της προσπάθειας κατάπνιξής της, με τις διώξεις, τις συλλήψεις και τα άγρια βασανιστήρια από τους αλεξιπτωτιστές του συνταγματάρχη Ματιέ. Κυρίαρχο σκηνογραφικό φόντο είναι οι δαιδαλώδεις φτωχογειτονιές της Κάσμπα, της παλιάς ισλαμικής γειτονιάς της πόλης και κάστρου της αλγερινής λαϊκής αντίστασης.
Κατά γενική ομολογία, Η μάχη του Αλγερίου θεωρείται ένα ανυπέρβλητο κινηματογραφικό αριστούργημα, με τεράστια επιδραστική δύναμη στους μεταγενέστερους σκηνοθέτες και αφηγείται τον ανταρτοπόλεμο που ξεκινά ενάντια στη γαλλική αποικιοκρατία ο απλός λαός της αραβικής συνοικίας. Ο υπερθετικός βαθμός των χαρακτηρισμών οφείλεται στο γεγονός ότι πολύ λίγες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου δίνουν στον θεατή τόσο έντονα την ψευδαίσθηση ότι δεν παρακολουθεί απλά μια ιστορική αναπαράσταση, αλλά ότι βιώνει ο ίδιος τα γεγονότα τη στιγμή που εκτυλίσσονται. Το μεγάλο επίτευγμα του Τζίλο Ποντεκόρβο είναι ότι η ταινία του μοιάζει συχνά (αν όχι από την αρχή μέχρι το τέλος), με αληθινό ντοκιμαντέρ, λόγω της χρήσης της κάμερας στο χέρι, αλλά και άλλων εξαιρετικά λειτουργικών τεχνικών, ενώ είναι εντυπωσιακό (ακόμα και ο υποψιασμένος θεατής παραπλανάται) ότι σε καμιά σκηνή του φιλμ δεν υπάρχει αρχειακό υλικό. Γυρισμένη στους φυσικούς χώρους όπου διεξήχθη η μάχη και με τον δεξιοτεχνικό χειρισμό του πλήθους να μεταδίδει το πάθος των πραγματικών γεγονότων, η ταινία καταφέρνει να μεταμορφώσει την αληθοφάνεια σε «αλήθεια», καθηλώνοντας τον θεατή με τον καταιγιστικό της ρυθμό και την απαράμιλλη αφηγηματική της δύναμη. Να σημειώσουμε ακόμη ότι η ταινία κατάφερε να κατανοήσει και να αναδείξει τόσο πολύ σε βάθος τους μηχανισμούς τρομοκρατίας και αντι-τρομοκρατίας που κρύβονται πίσω από έναν αντάρτικο πόλεμο, ώστε να φτάσει μέχρι το αμερικανικό Πεντάγωνο, ως μάθημα ανταρτοπόλεμου και επαναστατικής τακτικής.

Στο πέρασμα του χρόνου (Δυτική Γερμανία, 1976)
Σκηνοθεσία: Βιμ Βέντερς. Ασπρόμαυρη, 175’.

Ο Μπρούνο ταξιδεύει μ’ ένα φορτηγό κατά μήκος των συνόρων Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας, επισκευάζοντας μηχανές προβολής επαρχιακών κινηματογράφων. Ένα πρωί βλέπει κάποιον να πέφτει με το αυτοκίνητό του στο ποτάμι. Πρόκειται για τον Ρόμπερτ, έναν ψυχογλωσσολόγο που εγκατέλειψε σπίτι και επάγγελμα και τον οποίο ο Μπρούνο βοηθά να διασωθεί. Συνεχίζουν μαζί το ταξίδι και στην διάρκεια της περιπλάνησής τους βιώνουν διάφορες καταστάσεις, γνωρίζονται καλύτερα, επισκέπτονται το εγκαταλελειμμένο πατρικό σπίτι του Μπρούνο και τον πατέρα του Ρόμπερτ, γίνονται φίλοι, συγκρούονται και στο τέλος χωρίζουν. Είναι ο Ρόμπερτ που μια μέρα φεύγει αφήνοντας πίσω του ένα σημείωμα που γράφει πως «όλα πρέπει ν’ αλλάξουν», ενώ ο Μπρούνο συνεχίζει τον μοναχικό του δρόμο.
«Η ταινία αναφέρεται στην ιστορία δύο ανδρών, αλλά είναι διαφορετική από τις αντίστοιχες αντρικές ταινίες του Χόλιγουντ, στις οποίες μένει απέξω η ουσία του πράγματος: το γιατί οι άνδρες προτιμούν να είναι μεταξύ τους και όχι με τις γυναίκες κι αν το κάνουν είναι μονάχα για να περάσουν τον καιρό τους. Η ταινία μου Στο πέρασμα του χρόνου έχει ακριβώς αυτό το θέμα: δύο άντρες που στον έναν αρέσει η συντροφιά του άλλου και που αισθάνονται καλύτερα μαζί, παρά με τις γυναίκες. Θα δείτε τις αδυναμίες του καθενός, τις συναισθηματικές τους ανασφάλειες και πώς προσπαθούν να τις κρύψουν. Αλλά στο πέρασμα του χρόνου θα γνωριστούν καλύτερα και θα μιλήσουν για τα ελαττώματά τους, κάτι που θα τους οδηγήσει αναπόφευκτα στο χωρισμό. Χωρίζουν γιατί στην διάρκεια του ταξιδιού τους στη γερμανική ενδοχώρα ήρθαν ξαφνικά πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Πρόκειται για μια ιστορία που δεν λέγεται συχνά στις αντρικές ταινίες. Η ιστορία της απουσίας των γυναικών και ταυτόχρονα η ιστορία της λαχτάρας γι’ αυτές. (...) To να περάσω τα σύνορα ή να βρεθώ σ’ ένα μέρος που δεν είχα ξαναπάει πριν, μου προκαλεί (όπως και σε οποιονδήποτε άλλο) μια πιο έντονη αίσθηση αυτού που συμβαίνει, γιατί το κάνω για πρώτη φορά. Μ’ άλλα λόγια η αντιληπτική ικανότητα εξαρτάται από το πόσο κάποιος είναι διατεθειμένος να αντιληφθεί: από την ψυχική του διάθεση και από τη δυνατότητα πρόσληψης που έχει. Και πιστεύω ότι οι αισθήσεις βρίσκονται σε εγρήγορση στη διάρκεια ενός ταξιδιού ή σε μια καινούργια κατάσταση. Το ταξίδι είναι για μένα μια κίνηση φαινομενολογική. Αυτό σημαίνει απλά ότι κάτι συμβαίνει και όχι απαραίτητα ότι κάτι μετασχηματίζεται. Παρ’όλα αυτά, το ταξίδι εμπεριέχει τη δυνατότητα του μετασχηματισμού και είναι αυτό ακριβώς που μ’ ενδιαφέρει στο θέμα του ταξιδιού: ένας δυνητικός μετασχηματισμός, όχι μονάχα ανάμεσα στα πρόσωπα αλλά και μέσα σ’ αυτά». Βιμ Βέντερς

Οι αρμονίες (Ουγγαρία – Γερμανία – Γαλλία, 2000)
Σκηνοθεσία: Μπέλα Ταρ. Ασπρόμαυρη, 145’.

Στην κεντρική πλατεία μιας επαρχιακής πόλης, μέσα στην παγωνιά, εκατοντάδες ανθρώπων στέκονται γύρω από μια σκηνή τσίρκου και περιμένουν να δουν την κεντρική ατραξιόν: το βαλσαμωμένο κουφάρι μιας αληθινής φάλαινας. Κόσμος συνεχίζει να έρχεται από όλα τα σημεία της πεδιάδας. Η άφιξη του κήτους, η ανθρωποπλημμύρα και το τσουχτερό κρύο πυροδοτούν μια αλυσίδα από ανεξέλεγκτα πάθη, μίση, αντιπαλότητες και φιλοδοξίες και όλοι αυτοί οι άνθρωποι αναίτια εξεγείρονται. Μόνος, μέσα στο ανώνυμο και επιθετικό πλήθος, ο Γιάνος Βάλουσκα, ένας αλαφροίσκιωτος και ονειροπαρμένος ταχυδρομικός υπάλληλος, μοιάζει να είναι ο τελευταίος υπερασπιστής μια ανθρωπότητας που βαίνει ολοταχώς προς το χείλος της αβύσσου.
Όταν ένας κινηματογραφικός δημιουργός όπως ο Τζιμ Τζάρμους, δηλώνει στοιχειωμένος από τη θέαση της ταινίας Οι αρμονίες του Μπέλα Ταρ (βασισμένη στο μυθιστόρημα «Η μελαγχολία της αντίστασης», του στενού του συνεργάτη, συγγραφέα Λάσλο Κραζναχορκάι),το μόνο που μπορεί να «πάθει» ο μέσος θεατής είναι να μείνει άναυδος: για το ασπρόμαυρο ενορατικό της βλέμμα σ’ έναν έσω κόσμο, όπου τα πάντα τραμπαλίζονται στο χείλος μιας άγνωστης αβύσσου· για την επιμήκυνση του κινηματογραφικού της χρόνου που «χύνεται» στο άπειρο, πίσω και πέρα από την εικόνα· για την εναγώνια αναμονή μιας πραγματικότητας σε αποσύνθεση, που ψυχορραγεί στο κατώφλι μιας αποκάλυψης που ποτέ δεν έρχεται· για το μυστικό της τοπίο που κρύβεται στο μάτι της βαλσαμωμένης φάλαινας (αλληγορία ενός απονεκρωμένου, αλλά με παράξενο τρόπο, ακόμα ζωντανού και ενεργητικού παλιού κόσμου)· για την οριστικά και αμετάκλητα χαμένη αρμονία των πλανητών που ορίζουν την τύχη του Σύμπαντος και τη μοίρα αυτών που το κατοικούν. Ακραία μετά-κινηματογραφική εμπειρία Οι αρμονίες, χωρίς να ανήκουν σε οποιαδήποτε μορφή πρωτοπορίας, έρχονται από ένα δυσοίωνο μέλλον και πέφτουν σαν συμπαγής μετεωρίτης ενός άγνωστου πλανήτη, μουδιάζοντας το βλέμμα του ανυποψίαστου θεατή· ένα άλυτο αισθητικό αίνιγμα, που με μια ανησυχαστική αίσθηση του Αλλότριου, τραβά το χαλί κάτω από τα πόδια του, απ’ τη στιγμή που κάθε αναφορά στους συμβατούς ή ασύμβατους κινηματογραφικούς κώδικες είναι ανύπαρκτη. (Η μόνη ίσως αναγωγή στoν κόσμο της τέχνης είναι στον Ιερώνυμο Μπος, το ζωγράφο που απεικόνισε στο έργο του την κόλαση). Ταινία που θέτει επιτακτικά το πρόβλημα της αναγνωσιμότητας και της αναγνωρισιμότητας, δηλαδή των ορίων και του επέκεινα της κινηματογραφικής εικόνας, Οι αρμονίες του Werckmeister όπως και το υπόλοιπο έργο του Ούγγρου οραματιστή Μπέλα Ταρ (που προβλήθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας στο 43ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης), διαπερνούν τη μαύρη κουρτίνα (ύστατο σύνορο του βλέμματος) και μας δείχνουν αυτό που δεν φαντάζεται ότι μπορεί να δει κανείς.
Θωμάς Λιναράς (Ετήσιος οδηγός ΠΕΚΚ, Κινηματογράφος 2003)


H φλόγα που τρεμοσβήνει (Γαλλία, 1963)
Σκηνοθεσία: Λουί Μαλ. Ασπρόμαυρη, 105’.

Η ταινία αφηγείται το τελευταίο εικοσιτετράωρο ενός αλκοολικού που οδεύει προς αυτοκτονία. Ο ήρωας είναι ένας ευαίσθητος νέος άνδρας με ασθενική θέληση, ο οποίος, παρόλο που το μόνο που ζητά από την ζωή είναι να αγαπήσει και να αγαπηθεί, έχει απογοητευτεί από την ζωή και τους ανθρώπους. Η αποτυχία στη ερωτική του ζωή, οι μάταιες προσπάθειες αποτοξίνωσης, οι χαμένες φιλίες του παρελθόντος, η ανικανότητά του να προσαρμοστεί και να ενταχθεί στην κοινωνική πραγματικότητα, τον οδηγούν στη συνειδητοποίηση του κενού της ύπαρξής του. Ο πόθος, η φλόγα για ζωή σιγά-σιγά σβήνουν κι έτσι σταδιακά οδηγείται αναπότρεπτα στη μοιραία απόφαση.
Βασισμένη σ’ ένα μυθιστόρημα του Πιερ Ντριε Λα Ροσέλ, γραμμένο το 1931, το οποίο ο Λουί Μαλ μεταφέρει στη σύγχρονη εποχή και μ’ έναν εκπληκτικό Μορίς Ρονέ (σίγουρα στην καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του), η ταινία αφηγείται την (κατα)πτώση του ήρωα στο στεγνό πηγάδι της ίδιας του της ύπαρξης. Πρόκειται για ένα έργο μεγάλης μελαγχολίας, αλλά και μεγάλης αισθαντικότητας, επικεντρωμένο απόλυτα πάνω στο χαρακτήρα του Αλέν Λερουά, γνήσιο τέκνο του Ρομαντικού κινήματος, ο οποίος καθώς αδυνατεί να βρει τα περάσματα που οδηγούν από τον μέσα στον έξω κόσμο, βαδίζει συνειδητοποιημένος και με ψηλά το κεφάλι προς την καταστροφή. Με το βλέμμα στραμμένο στο διαταραγμένο (κυρίως λόγω της αποθεραπείας από το αλκοόλ) ψυχικό κόσμο του κεντρικού ήρωα, ο οποίος κινηματογραφείται σχεδόν ανάγλυφα, ο ήδη σπουδαίος 31χρονος τότε Λουί Μαλ, στην πέμπτη του ταινία, συλλαμβάνει με σκηνοθετική ακρίβεια και τρόπο σπαραχτικό, τους κραδασμούς μιας οδυνηρής υπαρξιακής αγωνίας και την ασθενική φλόγα μια ζωής που τρεμοσβήνει.

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ «Ιταλικό Πολιτικό Σινεμά»

Σπουδαίο κεφάλαιο του ιταλικού κινηματογράφου, οι πολιτικές ταινίες που γυρίστηκαν τη δεκαετία του ’60 και τις αρχές του ’70 διατυπώνουν ορισμένα εξαιρετικά επίκαιρα και διαχρονικά σχόλια για την πολιτική, την κοινωνία και τους ανθρώπους. Η Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης πραγματοποιεί αφιέρωμα στο Ιταλικό Πολιτικό Σινεμά, από την Πέμπτη 20 έως και την Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014στην αίθουσα Τάκης Κανελλόπουλος (Μουσείο Κινηματογράφου – Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης, Αποθήκη Α’, Λιμάνι). Δικαιοσύνη και αδικία, χρήμα και εξουσία, ηθικοί κανόνες και νόμιμη τάξη, ιδανικά και ουτοπίες της επανάστασης, διερευνώνται μέσα από ταινίες που φέρουν την υπογραφή των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι, Μάριο Μονιτσέλι, Βιτόριο ντε Σέτα και Φραντσέσκο Ρόζι. Πιο συγκεκριμένα, το αφιέρωμα περιλαμβάνει τις ταινίες: Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι (1972), Οι σύντροφοι του Μάριο Μονιτσέλι (1963), Οι ληστές του Οργκόζολο του Βιτόριο ντε Σέτα (1961) και Τα χέρια πάνω από την πόλη του Φραντσέσκο Ρόζι (1963).
Αξίζει να θυμηθούμε ότι:
Με την ταινία Οι ληστές του Οργκόζολο ο σικελός δημιουργός Βιτόριο ντε Σέτα περνά από το ντοκιμαντέρ στη μυθοπλασία και αποσπά το βραβείο για καλύτερη πρώτη ταινία στο Φεστιβάλ Βενετίας το 1961. Οι Βέρνερ Χέρτσογκ και Μάρτιν Σκορσέζε θεωρούν το φιλμ ως ένα αδιαφιλονίκητο κινηματογραφικό αριστούργημα.
Η ταινία Τα χέρια πάνω από την πόλη του Φραντσέσκο Ρόζι -πατριάρχη του ιταλικού πολιτικού σινεμά-, απέσπασε το 1963 το Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας
Η ταινία Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι βασίζεται στο έργο «Το θείο και το ανθρώπινο» του Λέοντος Τολστόι.
Πώληση εισιτηρίων: Μουσείο Κινηματογράφου – Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Α΄, Λιμάνι, τηλ. 2310-508.398, cinematheque@filmfestival.gr)
Τιμή εισιτηρίου: 4 ευρώ (γενική είσοδος), 3 ευρώ (για τα μέλη). Κάρτα μέλους: 1 ευρώ.
Πρόγραμμα προβολών
ΠΕΜΠΤΗ 20/2
18.30 Οι ληστές του Οργκόζολο - 21.00 Οι σύντροφοι
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21/2
18.30 Τα χέρια πάνω στην πόλη - 21.00 Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκκορα
ΣΑΒΒΑΤΟ 22/2
18.30 Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκκορα - 21.00 Τα χέρια πάνω στην πόλη
ΚΥΡΙΑΚΗ 23/2
18.30 Οι σύντροφοι - 21.00 Οι ληστές του Οργκόζολο
Οι ταινίες αναλυτικά:
Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα (Ιταλία, 1972) - Σκηνοθεσία: Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι  Έγχρωμη, 90΄.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, μια ομάδα αναρχικών εισβάλλει σ’ ένα χωριό του ιταλικού Νότου και προσπαθεί να πείσει τους χωρικούς να ενστερνιστούν τις αρχές της κολεκτιβοποίησης. Οι χωρικοί όχι μόνον μένουν απαθείς στο επαναστατικό κάλεσμα, αλλά καλούν και τις Αρχές, οι αναρχικοί συλλαμβάνονται και ο αρχηγός τους Τζούλιο Μανιέρι καταδικάζεται σε θάνατο. Τελικά η ποινή του μετατρέπεται την ύστατη στιγμή σε ισόβια και κλείνεται στη φυλακή σε απόλυτη απομόνωση και χωρίς δικαίωμα γραφής, ανάγνωσης ή οποιασδήποτε επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Για να επιβιώσει χωρίς να τρελαθεί, υιοθετεί ένα τελετουργικό φανταστικών καθηκόντων και πνευματικών ασκήσεων, το οποίο εκτελεί απαρέγκλιτα με μια εξαιρετικά αυστηρή πειθαρχία που επιβάλλει στον εαυτό του. Όταν μετά από δέκα χρόνια εγκλεισμού μεταφέρεται σε μια άλλη φυλακή, στη διάρκεια της μετακίνησής του έχει την ευκαιρία να μιλήσει για πρώτη φορά με μια ομάδα νεότερων πολιτικών κρατουμένων. Με την επαφή του αυτή αντιλαμβάνεται, όχι μόνον το χιμαιρικό και ουτοπικό χαρακτήρα των ιδεών του, αλλά και πως αποτελεί πια ένα απολίθωμα του παρελθόντος, καθώς η κοινωνική πραγματικότητα, όπως και τα νέα δεδομένα του επαναστατικού κινήματος, τον έχουν ξεπεράσει.
Οι αδελφοί Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι στην πέμπτη τους ταινία, βασισμένη στη νουβέλα του Λέοντος Τολστόι «Το θείο και το ανθρώπινο», δημιουργούν ένα έξοχο πολιτικό σχόλιο πάνω στα θέματα του εγκλεισμού, της εσωτερικής αντίστασης και της επαναστατικής ουτοπίας. Η ταινία είναι ένας στοχασμός γύρω από τη σχέση σύγκρουσης ανάμεσα τις απαιτήσεις της πολιτικής στράτευσης και τις υπαρξιακές αγωνίες, ανάμεσα στον ουτοπικό και στον «επιστημονικό» σοσιαλισμό και εντέλει μεταξύ δύο διαφορετικών τρόπων ερμηνείας και κατανόησης της επαναστατικής διαδικασίας. Πέρα από το ουσιαστικό της πολιτικό υπόβαθρο, η ταινία Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα μιλά για την ανθρώπινη θυσία στο βωμό της μοναξιάς και στο όνομα μιας υψηλής ιδέας και είναι απόλυτα επίκαιρη γιατί το βασικό της θέμα αφορά σε αυτό που σήμερα έχει παντελώς εξαφανιστεί: την πολιτική και κοινωνική στράτευση με όρους ανιδιοτέλειας και ηθικής εντιμότητας. Στην ταινία ξεδιπλώνεται, σε τρεις πράξεις, ένας θαρραλέος απολογισμός μιας ζωής που αφήνεται να πνιγεί στη λιμνοθάλασσα της Βενετίας, όταν η Ιστορία αλλάζει πορεία «χωρίς να κοιτάζει τη δική μας μελαγχολία». Πρόκειται για μια από τις πιο αρμονικές, ισορροπημένες, εσωτερικές και τολμηρές αφηγηματικά και υφολογικά ταινίες, όχι μόνον του έργου των αδελφών από την Τοσκάνη, αλλά και του ιταλικού σινεμά της δεκαετίας του ‘70. Το Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα, γυρισμένο το 1972, βγήκε στις αίθουσες μονάχα τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν το Αλοζανφάν καθιέρωσε διεθνώς τους Ταβιάνι. Ο ηθοποιός Τζούλιο Μπρότζι είναι εκπληκτικός, παίζοντας με μοναδικό συνομιλητή τον εαυτό του, σ’ ένα ρόλο ηθικά και σωματικά δύσκολο και επίπονο.
Οι σύντροφοι (Ιταλία – Γαλλία - Γιουγκοσλαβία, 1963 -  Σκηνοθεσία: Μάριο Μονιτσέλι. Ασπρόμαυρη, 128΄.
Τορίνο, τέλη του 19ου αιώνα. Οι εργάτες μια υφαντουργίας που δουλεύουν σαν σκλάβοι 13 ώρες τη μέρα, μετά από ένα σοβαρό εργατικό ατύχημα, εξεγείρονται ενάντια στις άθλιες εργασιακές συνθήκες ζητώντας μείωση του ωραρίου κατά μία ώρα. Οι διαμαρτυρίες δεν έχουν αποτέλεσμα, αλλά όταν φτάνει από τη Γένοβα σε ρόλο καθοδηγητή, ο καταζητούμενος από τη αστυνομία ως ταραξίας, καθηγητής Σινιγκάλια, υποκινεί, οργανώνει και πείθει τους εργάτες ν’ αρχίσουν απεργία διαρκείας. Τα αφεντικά απαντούν φέρνοντας ένα τρένο γεμάτο με απεργοσπάστες, αλλά τότε τα πράγματα αγριεύουν και στα επεισόδια που ακολουθούν ένας εργάτης χάνει τη ζωή του. Η απεργία συνεχίζεται, όμως κάποια στιγμή οι απεργοί, εξαντλημένοι ηθικά και οικονομικά, είναι έτοιμοι να υποχωρήσουν. Ο καθηγητής όμως, που έχει κρυφτεί για να μην συλληφθεί, εμφανίζεται και βγάζει έναν πύρινο λόγο που ενθουσιάζει τους απεργούς, οι οποίοι επιχειρούν να καταλάβουν το εργοστάσιο. Τότε η αστυνομία, που την έχουν καλέσει τα αφεντικά, καθώς τα πράγματα έχουν πάρει μια άσχημη τροπή γι’ αυτούς, ανοίγει πυρ εν ψυχρώ, ενάντια στο πλήθος...
Η ταινία, μια από τις λιγότερο γνωστές της τεράστιας φιλμογραφίας του πατριάρχη της ιταλικής κωμωδίας Μάριο Μονιτσέλι, είναι μια από τις πρώτες στο ιταλικό σινεμά που θίγουν το θέμα της γέννησης του ιταλικού εργατικού κινήματος και των αγώνων του. Οι σύντροφοι είναι μια θεαματική τοιχογραφία, μια ταινία πολυφωνική με κεντρικό ήρωα ουσιαστικά το συλλογικό υποκείμενο της εργατικής τάξης. Μέσα από τις πολλές μικρές ιστορίες των αντι-ηρωικών χαρακτήρων της, οι οποίες διαπλέκονται με μαεστρία στο σενάριο των Άτζε και Σκαρπέλι (υποψήφιο για Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου), η ταινία χωρίς μεγαλοστομία και αριστερές αγιογραφίες, αναπαριστά με ρεαλιστική δύναμη το κλίμα και το πνεύμα μιας ολόκληρης εποχής. Ο Μονιτσέλι δεν αφαιρεί από την ιστορία το ειρωνικό του βλέμμα, καθώς καταγράφει τη δυναμική των ανθρώπινων σχέσεων ισορροπώντας έξοχα ανάμεσα στο ιστορικό δράμα και την ανθρώπινη κωμωδία. Αυτή η εισαγωγή των κωμικών στοιχείων ίσως να είναι και η αιτία της μεγάλης εμπορικής αποτυχίας της ταινίας όταν προβλήθηκε, ενώ και η αντιμετώπισή της από την κριτική ήταν ανάλογη. Το γεγονός πίκρανε τον δημιουργό της, καθότι Οι σύντροφοι υπήρξαν μια από τις πιο αγαπημένες του ταινίες. Λέει ο ίδιος: «Οι αστοί την απαξίωσαν γιατί έδειχνε απεργίες και οι πολιτικοποιημένοι εργάτες γιατί θεώρησαν ότι το ειρωνικό της στοιχείο θα τους έδειχνε κάπως γελοίους, πράγμα που δεν είναι σε καμιά περίπτωση αληθές». Σήμερα η ταινία θεωρείται ένα αρχέτυπο των ταινιών ιστορικού-πολιτικού ρεύματος, μιας από τις κυρίαρχες τάσεις του ιταλικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ‘60. 
Οι ληστές του Οργκόζολο (Ιταλία, 1961) - Σκηνοθεσία: Βιτόριο ντε Σέτα. Ασπρόμαυρη, 98΄.
Ο Μικέλε, ένας βοσκός στο Οργκόζολο της Σαρδηνίας, που ζει απομονωμένος με το κοπάδι του, κατηγορείται άδικα για τη δολοφονία ενός καραμπινιέρου. Παρ’ όλο που είναι αθώος, δεν παραδίδεται στην αστυνομία, γιατί ξέρει ότι δεν θα γίνει πιστευτός και θα πάει φυλακή. Αποφασίζει αμέσως μόλις μαθαίνει ότι τον αναζητούν, να κρυφτεί στα άγρια βουνά της περιοχής του, παίρνοντας μαζί το κοπάδι με τα πρόβατά του και τον μικρό του αδερφό που τον βοηθάει. Η φυγή του θεωρείται απόδειξη ενοχής από τις Αρχές, οι οποίες στέλνουν αποσπάσματα να τον κυνηγήσουν και να τον συλλάβουν. Αρχίζει μια περιπλάνηση σε δύσβατα, ξερά και απόκρημνα ορεινά τοπία, στη διάρκεια της οποίας, λόγω έλλειψης νερού και τροφής, ο Μικέλε χάνει όλα του τα πρόβατα, τα οποία δεν έχει καν ξεπληρώσει και είναι το μόνο του περιουσιακό στοιχείο. Στο τέλος, απεγνωσμένος και σε απόλυτο αδιέξοδο, κλέβει το κοπάδι κάποιου άλλου και γίνεται αυτό που δεν είναι και για το οποίο κατηγορείται: ληστής στο Οργκόζολο.
Από τους καλύτερους ντοκιμαντερίστες στην ιστορία του ιταλικού σινεμά, ο σικελός Βιτόριο ντε Σέτα, μ’ αυτή την απόλυτα προσωπική ταινία (παραγωγή-σκηνοθεσία-σενάριο-μοντάζ-φωτογραφία), περνά στο χώρο της μυθοπλασίας κερδίζοντας το βραβείο για την καλύτερη πρώτη ταινία στο Φεστιβάλ Βενετίας και το... για την καλύτερη φωτογραφία. Το φιλμ είναι γυρισμένο στην Βαρμπάτζια, στα ορεινά της Σαρδηνίας, μια περιοχή εξαιρετικά κακοτράχαλη αλλά και μοναδικής άγριας ομορφιάς, με ηθοποιούς τους Σαρδηνούς βοσκούς που ζουν εκεί απομονωμένοι, βοσκώντας τα κοπάδια τους. Η αρχή της ταινίας δεν μοιάζει, αλλά είναι αυτή ενός πολλά υποσχόμενου ντοκιμαντέρ, καθώς πάνω στις εικόνες ακούγεται off η φωνή του σκηνοθέτη: «Η ιστορία διαδραματίζεται σήμερα στη Σαρδηνία, στο χωριό του Οργκόζολο. Αυτοί οι άνθρωποι είναι βοσκοί και ο χρόνος τους μετριέται με βάση τις εποχικές μετακινήσεις των κοπαδιών τους, σε αναζήτηση βοσκοτόπων και νερού. Η ψυχή τους έμεινε αρχέγονη και ό,τι είναι σωστό σύμφωνα με τους δικούς τους νόμους δεν ισχύει απαραίτητα και για τον πολιτισμένο κόσμο. Γι’ αυτούς μετρούν μονάχα οι δεσμοί που τους συνδέουν με την οικογένεια και την κοινότητα και όλα τα υπόλοιπα είναι ακατανόητα, ενώ το κράτος είναι παρόν μονάχα μέσα από τους καραμπινιέρους και τις φυλακές. Οι καραμπίνες τούς χρησιμεύουν για το κυνήγι, για προστασία, αλλά και για να επιτίθενται. Μπορεί να γίνουν ληστές από τη μια στιγμή στην άλλη, χωρίς καν να το καταλάβουν». Ό,τι ακολουθεί είναι μια ταινία, που άνθρωποι σαν τον Βέρνερ Χέρτσογκ και τον Μάρτιν Σκορσέζε θεωρούν ένα αδιαφιλονίκητο κινηματογραφικό αριστούργημα.
Τα χέρια πάνω από την πόλη  (Ιταλία – Γαλλία, 1963) - Σκηνοθεσία: Φραντσέσκο Ρόζι.  Ασπρόμαυρη, 105΄.
Νάπολη, αρχές της δεκαετίας του ‘60. Σε μια υποβαθμισμένη γειτονιά της πόλης καταρρέει μια παλιά πολυκατοικία, λόγω των εργασιών στο γειτονικό εργοτάξιο, με αποτέλεσμα να υπάρξουν νεκροί και τραυματίες. Υπεύθυνος της καταστροφής θεωρείται ο εργολάβος Εντοάρντο Νοτόλα, δημοτικός σύμβουλος της δεξιάς παράταξης που διοικεί την πόλη. Αρχίζουν οι δικαστικές έρευνες στις οποίες εμπλέκεται άμεσα ο Νοτόλα, για να διαπιστωθούν οι αιτίες και να αποδοθούν οι ευθύνες, όμως τα έγγραφα και οι τυπικές διαδικασίες που τον αφορούν αποδεικνύονται όλα σύννομα και τελικά κανείς δεν διώκεται. Καθώς το όνομα του εργολάβου έχει «λερωθεί», το κόμμα τον αποσύρει από τη λίστα των επερχόμενων εκλογών. Όμως ο αδίστακτος επιχειρηματίας που δεν θέλει να χάσει την εξουσία και τα προνόμια που του παρέχει η θέση του στο Δήμο, δηλαδή τη δυνατότητα να κερδοσκοπεί στον τομέα των κατασκευών, χρησιμοποιεί όσα μέσα διαθέτει, θεμιτά και αθέμιτα, για να επανεκλεγεί. Αλλάζοντας πολιτικό κόμμα, μετακινούμενος πολιτικά στο κέντρο, όχι μόνον θα καταφέρει να επανεκλεγεί, αλλά θα παραμείνει και στη θέση εξουσίας που κατείχε, συνεχίζοντας να κερδοσκοπεί στο τομέα των οικοδομών με την κατασκευαστική του εταιρεία.
Βραβευμένη με το Χρυσό Λιοντάρι στο Φεστιβάλ Βενετίας, η ταινία Τα χέρια πάνω από την πόλη διατηρεί 50 χρόνια μετά ακέραια την καταγγελτική της δύναμη, την επικαιρότητα και τη δυσάρεστη αλήθεια της, γεγονός που της προσδίδει τη διάσταση ενός διαχρονικού ιστορικού ντοκουμέντου που ξεπερνάει την εποχή του. Πρόκειται για ένα έργο που πηγαίνει κατευθείαν στις ρίζες ενός καρκινώματος που απειλεί τα θεμέλια και τη συνοχή της κοινωνίας και το οποίο μιλά, χωρίς να μασά τα λόγια του, για το φαινόμενο της διαπλοκής ανάμεσα στην πολιτική και την οικονομική εξουσία –μόνιμη και τότε και τώρα- πηγή της διαφθοράς και ανοιχτή πληγή του δημόσιου βίου. Η ταινία ξεπερνά τα όρια της απλής καταγγελίας, καθώς ερευνά το πρόβλημα με μια εντυπωσιακή τεκμηρίωση που αγγίζει τα όρια του ντοκιμαντέρ. Αποκαλύπτοντας τους μηχανισμούς, «τυπικά νόμιμους» μεν, αλλά πάντα στα αμφιλεγόμενα σύνορα του νόμου, με τρόπο ξεκάθαρο, δείχνει πώς μια διεφθαρμένη πολιτική τάξη, σε αγαστή συνεργασία με τους αετονύχηδες επιχειρηματίες και την αόρατη, αλλά πανταχού παρούσα Καμόρρα, κρατούν στα βρώμικα χέρια τους μια ολόκληρη πόλη. Ο πατριάρχης του ιταλικού πολιτικού σινεμά Φραντσέσκο Ρόζι, γέννημα θρέμμα της Νάπολης, δυο χρόνια μετά τον αριστουργηματικό Σαλβατόρε Τζουλιάνο χτυπά ξανά, αναδεικνύοντας ένα κακοήθες μελάνωμα της ιταλικής (και όχι μόνον) κοινωνίας. Είναι εμβληματική η φράση που εμφανίζεται στην οθόνη με τους τίτλους του τέλους: «Τα πρόσωπα και τα γεγονότα που αφηγείται η ταινία είναι φανταστικά, η πραγματικότητα όμως που τα δημιούργησε είναι απολύτως αυθεντική». Εξαιρετική η ερμηνεία του σπουδαίου Ροντ Στάιγκερ στον ρόλο του εργολάβου και θαυμάσια η ασπρόμαυρη φωτογραφία του Τζιάνι ντι Βενάντσο.

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

16ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα 14 - 23 Μαρτίου 2014

16ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα
14 - 23 Μαρτίου 2014

Αποκαλυπτικά, μαχητικά, με ανατρεπτική διάθεση και κριτική ματιά, τα ντοκιμαντέρ του 16ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα υπόσχονται να μοιραστούν με τους θεατές δυνατές βιωματικές εμπειρίες. Με την αντίστροφη μέτρηση για το 16ο ΦΝΘ να έχει ξεκινήσει, σας παρουσιάζουμε ορισμένα από τα ... της φετινής διοργάνωσης:
  • Υποψήφιο στα φετινά Όσκαρ στην κατηγορία καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, το ντοκιμαντέρ Η εικόνα που λείπει του σκηνοθέτη Ρίτι Παν από την Καμπότζη, έχει προκαλέσει αίσθηση, αποσπώντας ήδη το βραβείο του τμήματος «Ένα Κάποιο Βλέμμα» στο φεστιβάλ των Καννών. Ο δημιουργός, επιζών ο ίδιος των φρικαλεοτήτων που διέπραξαν οι Κόκκινοι Χμερ, αποτυπώνει αυτές τις μαύρες σελίδες στην πρόσφατη ιστορία της πατρίδας του.
  • Η πολυβραβευμένη τσέχα ντοκιμαντερίστρια Χελένα Τρεστίκοβα, η Γαλλίδα Κλερ Σιμόν, η οποία κινείται με ευελιξία ανάμεσα στη μυθοπλασία και το ντοκιμαντέρ, και ο ταλαντούχος –σεναριογράφος του Πάμπλο Τραπέρο- Αργεντινός Σαντιάγκο Μίτρε καταγράφουν μέσα από τα πιο πρόσφατα ντοκιμαντέρ τους – Βόιτα Λάβιτσκα: στα πάνω και στα κάτω, Ανθρωπογεωγραφία και ... αντίστοιχα- την εύθραυστη ανθρώπινη πραγματικότητα.
  • Το συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ Επιστροφή στη Χομς του Ταλάλ Ντέρκι (Μεγάλο Βραβείο Επιτροπής στο φεστιβάλ Σάντανς) είναι μια καθηλωτική εκ των έσω ματιά στον πόλεμο που μαίνεται ακόμη στη Συρία, με την κάμερα να ακολουθεί σε απόσταση αναπνοής τα όπλα των ανταρτών.
  • Οι αληθινές ιστορίες πίσω από τις ταινίες Σκυλίσια μέρα του Σίντνεϊ Λιούμετ και Αργκο του Μπεν Άφλεκ, ξεδιπλώνονται στα αποκαλυπτικά ντοκιμαντέρ Ο σκύλος των Άλισον Μπεργκ και Φρανκ Κερόντρεν και Ο άνθρωπός μας στην Τεχεράνη των Ντρου Τέιλορ και Λάρι Ουάινσταϊν.
  • Ο μεγαλύτερος πυγμάχος όλων των εποχών είναι ο απόλυτος πρωταγωνιστής στο ντοκιμαντέρ Οι δοκιμασίες του Μοχάμεντ Άλι του Μπιλ Σίγκελ. Ο Μοχάμεντ Άλι όταν δεν μαχόταν με τις γροθιές του, ύψωνε τη φωνή του ενάντια στον ρατσισμό και την προκατάληψη, γεγονός που τον κατέστησε σύμβολο για τη διεκδίκηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.