ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΕΚΛΟΚΕΝΤΑΥΡΟΥ

Φαντάσου έναν καρεκλοκένταυρο με αποκολλημένα τα πισινά του, να έρπει προς το νέο του αξίωμα. Μοιάζει με αλλόκοτο μαλάκιο, αηδιαστικά απροστάτευτο και εμετικά θλιβερό. Την ώρα που πανικόσυρτο, σπεύδει να οχυρωθεί στο νέο του κέλυφος. Ίσως, γι' αυτό και κανένας από τους γυμνόποδες αδελφούς μου, δεν το πατάει. Τόσο πολύ το σιχαίνονται.
Κώστας Ι. Γιαλίνης

ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕ (Translate)

Σάββατο 19 Μαρτίου 2011

13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα 11-20 Μαρτίου 2011

ΤΑ ΒΡΑΒΕΙΑ - ΒΡΑΒΕΙΑ ΚΟΙΝΟΥ

Βραβείο Κοινού που αφορά σε ταινίες άνω των 45’ απονέμεται:

i. Για ελληνική παραγωγή στην ταινία Το μωρό μου φτάνει / Alma bonita (Beautiful soul) σε σκηνοθεσία Αλέξη Πόνσε και Βιβής Ζωγράφου
ii. Για ξένη παραγωγή στην ταινία Δάκρυα της Γάζας / Tears of Gaza (Νορβηγία) σε σκηνοθεσία Βίμπεκε Λέκεμπεργκ / Vibeke Lokkeberg

Βραβείο Κοινού που αφορά σε ταινίες κάτω των 45’ απονέμεται:
i. Για ελληνική παραγωγή στην ταινία Satsang, συντροφιά με την αλήθεια σε σκηνοθεσία Μαριάννας Αστρακά και Γιώργου Φωτιάδη
ii. Για ξένη παραγωγή στην ταινία Η άλλη πόλη / The other town (Τουρκία) σε σκηνοθεσία Νεφίν Ντιντς / Nefin Dinc

ΒΡΑΒΕΙΑ FIPRESCI

Η φετινή Κριτική Επιτροπή της FIPRESCI απαρτίζεται από τους:
Paulo Portugal – Πρόεδρος (Πορτογαλία)
Artsvi Bakhchinyan (Αρμενία)
Steffen Moestrup (Δανία)
Δημοσθένης Ξιφιλίνος (Ελλάδα)
Gabriele Barrera (Ιταλία)
και απονέμει τα Βραβεία FIPRESCI

i. Για ελληνική παραγωγή στην ταινία Μόνο οι λέξεις συνεχίζουν σε σκηνοθεσία Καλλιόπης Λεγάκη
ii. Για ξένη παραγωγή στην ταινία Ξενοδοχείο «Ο παράδεισος» / Paradise hotel (Βουλγαρία) σε σκηνοθεσία Σοφίας Τζαβέλλα / Sophia Tzavella

ΒΡΑΒΕΙΟ ΕΡΤ3

Το βραβείο τηλεοπτικής προβολής της ΕΡΤ3 σε ντοκιμαντέρ της ενότητας
«Κοινωνία και Περιβάλλον» απονέμεται στην ταινία Ένα μέλλον χωρίς πετρέλαιο / A future without oil της Λετισιά Μορό / Laetitia Moreau (Γαλλία). To βραβείο συνοδεύεται από έπαθλο 3.000 ευρώ για μια προβολή της ταινίας μια φορά από την ΕΡΤ3.

Την κριτική επιτροπή για το Βραβείο της ΕΡΤ3 απαρτίζουν οι:Ηλίας Κουτσούκος , δημοσιογράφος, συγγραφέας, σύμβουλος Γενικής Διεύθυνσης ΕΡΤ3 Στέργιος Μήτας, σκηνοθέτης ΕΡΤ3 Γιώργος Τούλας, προϊστάμενος Τμήματος Παραγωγής Ντοκιμαντέρ της Υποδιεύθυνσης Μόρφωσης και Ψυχαγωγίας ΕΡΤ3
Ειδική μνεία απονέμεται στις ταινίες:
· Ξενοδοχείο «Ο παράδεισος» / Paradise hotel (Βουλγαρία) σε σκηνοθεσία Σοφίας Τζαβέλλα / Sophia Tzavella
· Κοντά στον ουρανό / Close to heaven (Γερμανία – Ρουμανία) σε σκηνοθεσία Τίτους Φασίνα / Titus Faschina
· H βάρδια του πελεκάνου / Pelican’ s watch (Ελλάδα) σε σκηνοθεσία Λείας Μπίντζερ / Lea Binzer

ΒΡΑΒΕΙΟ ΕΡΤ

Το "Βραβείο Doc on Air" της ΕΡΤ, αφορά στο καλύτερο project του Pitching Forum και αντιστοιχεί στο ποσό των 7.000 ευρώ.
Απονέμεται έπειτα από απόφαση κριτικής επιτροπής που απαρτίζεται από τους tutors, οι οποίοι παρακολουθούν τις προτάσεις ντοκιμαντέρ στο pitching forum του Docs in Thessaloniki του European Documentary Network (EDN).
Το βραβείο απονέμεται φέτος στο project The Return, από τη Νορβηγία, σε σκηνοθεσία Τόνε Άντερσεν / Tone Andersen και παραγωγή Ανίτα Ρέχοφ Λάρσεν / Anita Rehoff Larsen και Sant & Usant Documentary Film

ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΑΜΝΗΣΤΙΑΣ

Η φετινή Κριτική Επιτροπή για το βραβείο της Διεθνούς Αμνηστίας που απονέμεται σε ταινία με θέμα τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, απαρτίζεται
από τους:
Ειρήνη Τσολάκη (αντιπρόεδρος του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας)
Κώστα Παναγιωτάκη (διευθυντής του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας)
Μάρω Σαββοπούλου (υπεύθυνη Τύπου και Προβολής του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας)
Μαριάννα Λεονταρίδου (κριτικός κινηματογράφου και μέλος της Διεθνούς Αμνηστίας)
Σωτήρη Δανέζη (δημοσιογράφος).
Το βραβείο της Διεθνούς Αμνηστίας απονέμεται στην ταινία Ατελείωτη θλίψη, η ζωή μετά τη θανατική ποινή / Everlasting sorrow, life after the death penalty (Γαλλία) σε σκηνοθεσία Νταβίντ Αντρέ / David Andre

ΒΡΑΒΕΙΟ WWF

Η φετινή Κριτική Επιτροπή για το βραβείο της WWF που απονέμεται σε ταινία με θέμα το περιβάλλον και την αμφίδρομη σχέση του ανθρώπου με τη φύση, απαρτίζεται από τους:
Γιώργο Βελλίδη (επικεφαλής τμήματος επικοινωνίας WWF Ελλάς)
Ιάσων Κάντα (συνεργάτης τμήματος επικοινωνίας WWF Ελλάς)
Μαρία Λιβανού (υπεύθυνη επικοινωνίας προγράμματος «Θάλασσα»)
Το βραβείο της WWF απονέμεται στην ταινία Κοντά στον ουρανό / Close to heaven (Γερμανία – Ρουμανία) σε σκηνοθεσία Τίτους Φασίνα / Titus Faschina

WELCOME TO EUROPE / KHAIMA / SOUTH CENTRAL GOSPEL /ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΑΛΛΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν το Σάββατο 19 Μαρτίου 2011, στο πλαίσιο του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, οι σκηνοθέτες Στέλιος Κούλογλου (Welcome to Europe), Θανάσης Καρανικόλας (Khaima), Μαρία Πεσλή (Αφηγήσεις άλλων γυναικών) και Χρόνης Πεχλιβανίδης (South Central Gospel), οι ταινίες των οποίων συμμετέχουν στο διεθνές πρόγραμμα της διοργάνωσης.
Σημείο επαφής των τριών πρώτων ταινιών είναι το μεταναστευτικό ζήτημα, επομένως, όπως ήταν λογικό, η συζήτηση ξεκίνησε από αυτό. Ο Θανάσης Καρανικόλας επεσήμανε για την ταινία του Khaima: «Άρχισα να ασχολούμαι με το θέμα της ταινίας από το 2009. Η καταστροφή του καταυλισμού των αφγανών στην Πάτρα ήταν κάτι που ήξερα ότι θα συμβεί πολύ σύντομα και έτσι δεν θέλησα να μπω στη χρονοβόρο διαδικασία να εξασφαλίσω χρηματοδότηση από φορείς στη Γερμανία, όπου ζω. Ωστόσο, ήρθα στην Ελλάδα τον Μάρτιο και μέχρι τον Ιούνιο είχε γίνει το αναπόφευκτο, δηλαδή οι αρχές γκρέμισαν τον καταυλισμό. Για μένα, ήταν σημαντικό να μάθω τι γίνεται εκεί, επειδή πρωτύτερα είχα διαβάσει στο ίντερνετ διάφορα εξωφρενικά πράγματα που λέγονταν για αυτούς τους ανθρώπους, όπως π.χ. ότι είναι φορείς ασθενειών και εγκληματίες. Μέχρι και ομοφυλόφιλους τους έλεγαν, λόγω του ότι δεν μπορούσαν να συνευρεθούν με γυναίκες λόγω της απομόνωσης που βίωναν», ανέφερε ο σκηνοθέτης. Σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην κινηματογράφηση του ντοκιμαντέρ, ο δημιουργός τόνισε: «Το ότι προσέγγισα αυτούς τους ανθρώπους με θετική διάθεση, δεν σημαίνει φυσικά ότι και οι ίδιοι δεν αντιδρούσαν στην προοπτική να μου μιλήσουν, καθώς είχαν υποστεί κακή μεταχείριση, ειδικά από ορισμένα μέσα ενημέρωσης. Αναρωτιόντουσαν συχνά, λοιπόν, ποιο το νόημα σε όλο αυτό και κάθε φορά έπρεπε να τους εξηγώ ότι ακόμη κι αν η ταινία δεν τους βοηθήσει, μπορεί να βοηθήσει κάποιους άλλους στο μέλλον. Τους έλεγα ότι ο κόσμος πρέπει να μάθει τι τους συμβαίνει, καθώς, όπως λέει και το σύνθημα –το οποίο είναι και μια αλήθεια ταυτόχρονα- ‘’είμαστε όλοι μετανάστες’’. Και επειδή το θέμα αυτό είναι κυρίαρχο στην ατζέντα όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά της Ευρώπης και του κόσμου ολόκληρου, ήθελα να κάνω αυτή την ταινία, έστω και με αυτό τον τρόπο, ολοκληρώνοντάς την μόνος μου».
Από την πλευρά της, η Μαρία Πεσλή εξήγησε ότι δεν ήταν μόνη στο ταξίδι της κινηματογράφησης του ντοκιμαντέρ της Αφηγήσεις άλλων γυναικών, αφού συνοδοιπόροι της στη δημιουργική διαδικασία υπήρξαν οι τρεις πρωταγωνίστριές της, μετανάστριες που ζουν τα τελευταία 15 χρόνια στην Ελλάδα. «Αφού πρώτα τους κάναμε κάποια βασικά μαθήματα όσον αφορά στην κινηματογράφηση, το μοντάζ κλπ., τους δώσαμε τα μέσα ώστε να κινηματογραφούν οι ίδιες τις προσωπικές τους στιγμές. Ο λόγος για αυτό ήταν ότι προσωπικά με ενδιέφερε πάρα πολύ να δω το βλέμμα τους, να μάθω πώς βλέπουν οι ίδιες τις καταστάσεις που βιώνουν σε αυτή τη νέα πατρίδα, τόσο μακριά από το σπιτικό τους», υπογράμμισε η σκηνοθέτιδα. «Ο κόσμος αντιμετωπίζει τους μετανάστες ως μια απρόσωπη μάζα, αγνοώντας τι κουβαλά ο καθένας και η καθεμιά από αυτούς, είτε πρόκειται για γνώση είτε για πολιτιστική κληρονομιά. Μιλάμε για ανθρώπους που είναι πολλά χρόνια στην Ελλάδα, που βιώνουν την κρίση όπως εμείς, και έχουν το μέλλον τους συνυφασμένο με το μέλλον της Ελλάδας. Αυτό που ξεχνάμε εμείς, είναι πως αυτοί είναι ήδη τολμηροί, αφού κατάφεραν και άλλαξαν μια φορά τη ζωή τους, οδεύοντας προς το άγνωστο», κατέληξε η δημιουργός.
«Αφού μου έφτανε ο χρόνος για να πω αυτά που ήθελα, είπα να αποφύγω τις... φλυαρίες», υπογράμμισε ο Στέλιος Κούλογλου για το 11λεπτο ντοκιμαντέρ του Welcome to Europe, το οποίο θίγει τη μετανάστευση, ενσωματώνοντας μια εύστοχη σεναριακή ανατροπή. «Η βασική ιδέα της ταινίας είναι ότι οι εικόνες που παρουσιάζει δεν είναι εικόνες μιας ευρωπαϊκής χώρας όπως θέλει να αποκαλείται η χώρα μας και ότι ούτε η Ευρώπη αποτελεί αυτό το πολυπολιτισμικό μόρφωμα που θέλει να λέγεται, αλλά μάλλον ένα φρούριο για πλουσίους. Επομένως, η γενική ιδέα είναι ότι τα φαινόμενα απατούν. Από το 1999 που είχα παρουσιάσει στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης την ταινία Βρωμοέλληνες μέχρι σήμερα, το μόνο που έχει αλλάξει είναι ότι τότε τα μαύρα πρόβατα ήταν οι αλβανοί, ενώ τώρα είναι οι ασιάτες. Υπάρχει η ίδια δυσπιστία, η αλλεργία προς το ξένο, μια ξενοφοβία που με την κρίση έχει χειροτερέψει», εξήγησε ο δημιουργός. Όσον αφορά στα πρόσφατα γεγονότα με την απεργία πείνας των μεταναστών, ο κ. Κούλογλου δήλωσε ότι: «Στην αρχή ίσως είχαν μαξιμαλιστικά αιτήματα, αλλά η αλήθεια είναι πως έφεραν το πρόβλημα ξανά στην επιφάνεια, και κατάφεραν κάτι σημαντικό».
Με τη σειρά του, ο Χρόνης Πεχλιβανίδης στο ντοκιμαντέρ South Central Gospel καταγράφει τον κόσμο του γκόσπελ στη συνοικία South Central του Λος Άντζελες, έναν κόσμο που γνώρισε πολύ καλά στο πλάι του συ-σκηνοθέτη της ταινίας του, αμερικανού Τζιμ Γουίτνι, ο οποίος ζει εκεί εδώ και 20 χρόνια. «Το South Central είναι μια συνοικία όπου ζουν φτωχοί αφροαμερικανοί, μαζί με επίσης άπορους μεξικανούς. Μάλιστα, ανάμεσα στις δύο πλευρές υποβόσκει και μια κόντρα, με αποτέλεσμα ότι παρόλο που είχαμε άδεια να κινηματογραφήσουμε, ορισμένες φορές αντιμετωπίσαμε ορισμένες δυσκολίες σε πρακτικό επίπεδο», επεσήμανε ο σκηνοθέτης. Και πρόσθεσε: «Στις εκκλησίες που μπήκαμε, αντικρίσαμε μια μαγική εικόνα, μια εικόνα που έχω ξαναβιώσει μόνο στην Αφρική. Έμπαινες εκεί μέσα και όταν έβγαινες, νόμιζες ότι μόλις είχες κάνει ψυχοθεραπεία. Ο σύνδεσμός μας σε όλο αυτό ήταν ο Γούιλι Τσέιμπερς, ο οποίος ήταν πόλος έλξης για να έρθει ο κόσμος στη συγκεκριμένη εκκλησία. Άλλωστε, η μουσική του πορεία τον καθιστούσε ίνδαλμα, ένα είδωλο - ξεπεσμένο βέβαια, εν μέρει και από επιλογή- που όμως ήταν τόσο μια εκπληκτική προσωπικότητα όσο και μια εξαιρετική παρουσία μπροστά στην κάμερα», αφηγήθηκε ο σκηνοθέτης. Και κατέληξε λέγοντας: «Τα μπλουζ και τα γκόσπελ, μουσικά είδη συγγενικά μεταξύ τους, είναι η μουσική της ψυχής».

ΑΠΟΝΟΜΗ ΒΡΑΒΕΙΟΥ EDN

Το καθιερωμένο βραβείο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ντοκιμαντέρ (EDN), που τιμά πρόσωπα και οργανισμούς από την Ευρώπη με μεγάλη συνεισφορά στον τομέα του ντοκιμαντέρ, απονεμήθηκε φέτος στον διευθυντή του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης κ. Δημήτρη Εϊπίδη. Η βράβευση πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011 στην αίθουσα Excelsior του Electra Palace, στο πλαίσιο του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
«Η συνεισφορά του κ. Δημήτρη Εϊπίδη στο ντοκιμαντέρ είναι μοναδική. Γνωρίζουμε την πορεία του όλα αυτά τα χρόνια στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και χαιρόμαστε πολύ που βλέπουμε πως το όραμά του για το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ έχει πάρει σάρκα και οστά», τόνισε η διευθύντρια του EDN, Hanne Skjodt. Και συμπλήρωσε: «Από το 1999, το ΦΝΘ έχει δώσει πνοή στο ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα και παράλληλα έχει δώσει τόσο στους έλληνες όσο και σε εμάς τους επισκέπτες, τη δυνατότητα να έρθουμε σε επαφή με πολύ καλές ταινίες κάθε είδους από όλο τον κόσμο. Οι άοκνες προσπάθειες του κ. Εϊπίδη έχουν καθιερώσει το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και έχουν προσελκύσει πάνω από 45.000 θεατές στην πόλη, μαζί με το πολύ δυνατό τμήμα της Αγοράς Ντοκιμαντέρ. Και ενώ οι καιροί δυσκολεύουν και πολλοί κάνουν πίσω, εκείνος βγαίνει μπροστά και αναζητά το καλύτερο. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι την ώρα που πολλοί έλληνες προτιμούν τη σύνταξη, ο κ. Εϊπίδης παλεύει καθημερινά όλο και περισσότερο. Για όλους αυτούς τους λόγους, του απονέμουμε το βραβείο του EDN».
Παραλαμβάνοντας το βραβείο, εμφανώς χαρούμενος, ο κ. Εϊπίδης αρκέστηκε να υπογραμμίσει: «Πολλά ευχαριστώ σε όλους σας. Πετύχαμε πολλά μαζί ως σήμερα. Ας πιούμε τώρα στο EDN και την επιτυχία του».

11-20 Μαρτίου 2011
ΟΜΙΛΙΑ ΡΑΪΝΕΡ ΖΙΜΟΝ

Μια ενδιαφέρουσα διάλεξη έδωσε ο γερμανός σκηνοθέτης Ράινερ Ζίμον το Σάββατο 19 Μαρτίου 2011, στην αίθουσα Τζον Κασαβέτης, στο πλαίσιο του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Θέμα της ομιλίας, η οποία πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Γκαίτε, ήταν «Η DEFA, η λογοκρισία εκείνης της εποχής και η κατάργησή της μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών».
O Ράινερ Ζίμον συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους σκηνοθέτες της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Το έργο του χαρακτηρίζεται από ταινίες σύγχρονου περιεχομένου που υιοθετούσαν κριτική στάση απέναντι στην καθημερινότητα της Ανατολικής Γερμανίας, ενώ επίσης εργάστηκε κυρίως στη Λατινική Αμερική διευθύνοντας κινηματογραφικά εργαστήρια σε διάφορες χώρες. Πέρα από τη σκηνοθεσία, διδάσκει στην Ανώτατη Σχολή Κινηματογράφου και Τηλεόρασης στο Πότσνταμ-Μπάμπελσμπεργκ, καθώς και στο Μόναχο, ενώ διοργανώνει εργαστήρια για νέους κινηματογραφιστές στον Ισημερινό.
Η DEFA αποτελούσε ουσιαστικά το μονοπώλιο στην κινηματογραφία της Ανατολικής Γερμανίας και ελεγχόταν πλήρως από το κομμουνιστικό καθεστώς. Σε αυτά τα στούντιο γυρίστηκαν περί τις 700 ταινίες μυθοπλασίας και 10.000 ντοκιμαντέρ, ενώ υπήρχαν και ειδικά στούντιο animation. «Αν ήσουν σκηνοθέτης μπορούσες να εργαστείς επαγγελματικά μόνο για τη συγκεκριμένη εταιρεία. Τότε δεν υπήρχε καμία ανεξάρτητη παραγωγή, ούτε βίντεο, αλλά ούτε και οι σημερινές τεχνολογίες που δίνουν ελευθερία έκφρασης στους δημιουργούς. Τη δεκαετία του ’80 είχε αναπτυχθεί μια underground κινηματογραφική σκηνή, ενώ στη Δρέσδη και το Βερολίνο οι σκηνοθέτες δεν διέθεταν επαγγελματικό τεχνικό εξοπλισμό. Οι ταινίες ήταν γυρισμένες με κάμερα 8mm και ήταν περιθωριακές, δεν είχαν καμία ελπίδα να παιχτούν στις αίθουσες», σημείωσε ο Ράινερ Ζίμον.
Για την πρώτη ταινία που γυρίστηκε στα στούντιο της DEFA το1946, δόθηκε άδεια από τη στρατιωτική διοίκηση της Σοβιετικής Ένωσης. «Ήταν η ταινία Οι δολοφόνοι είναι μεταξύ μας του Βόλφγκανγκ Στάουντε και πράγματι ήταν μεταξύ μας, απλώς είχαν διαφύγει στη Δυτική Γερμανία γιατί εκεί δεν κινδύνευαν. Η ταινία αυτή ήταν η απαρχή μιας παράδοσης αντιφασιστικού κινηματογράφου που αναπτύχθηκε στα DEFA», επεσήμανε ο κ. Ζίμον. Κάθε χρόνο, μέχρι και το '90, στα στούντιο της DEFA γυρίζονταν 2-3 ταινίες με αντιναζιστικό περιεχόμενο. Μια από αυτές ήταν η ταινία Stern (Αστέρι) του Κόνραντ Βολφ, που γυρίστηκε το 1958, με θέμα το διωγμό των εβραίων από τη Θεσσαλονίκη, ενώ όπως είπε ο κ. Ζίμον ο ίδιος ολοκλήρωσε την καριέρα του στη DEFA με μια ταινία για τη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα. Μια άλλη σημαντική κατηγορία ταινιών αφορούσε στη ζωή της εργατικής τάξης στην Ανατολική Γερμανία. «Παρουσίαζαν μεν τα κατορθώματα του κομμουνισμού, αλλά αυτές οι ταινίες δεν συμβάδιζαν με πραγματικότητα. Οι σκηνοθέτες που επιχειρούσαν να αποτυπώσουν με ρεαλιστικό τρόπο την κατάσταση έρχονταν σε σύγκρουση με το καθεστώτος. Επρόκειτο για ταινίες προπαγάνδας και σε αυτές οφείλεται η αρνητική φήμη της DEFA», σχολίασε ο κ. Ζίμον. Στα κρατικά στούντιο δεν γυρίζονταν μόνο πολιτικές ταινίες, αλλά και 15-20 ταινίες μυθοπλασίας ετησίως και επιπλέον ταινίες επιστημονικής φαντασίας, κωμωδίες και ταινίες για παιδιά, προκειμένου να προσελκύσουν θεατές.
Η ιστορία του κινηματογράφου στην Ανατολική Ευρώπη συνδέεται με την ιστορία των δημιουργών του, υποστήριξε ο Ράινερ Ζίμον, του οποίου η καλλιτεχνική πορεία σχετίστηκε άμεσα με το πολιτικό περιβάλλον όπου μεγάλωσε. Είχε την τύχη η οικογένειά του να μην εμπλακεί στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και όπως είπε ο ίδιος, «έτσι δεν είχα το τραύμα ότι ήμασταν ναζί». Στην εφηβεία του, τον ενέπνευσε η ταινία που έκανε ο Μιχαήλ Καλατόζωφ για τη Σοβιετική Ένωση, μετά το θάνατο του Στάλιν. «Έτσι ξεκίνησα να γράφω σενάρια, για να αλλάξω αυτά που έβλεπα. Όταν πέρασα τις εξετάσεις της σχολής κινηματογράφου, ήξερα ότι θέλω να κάνω ένα διαφορετικό σινεμά από άποψη αισθητικής, γιατί το 90% των ταινιών που γυριζόταν τότε κινούνταν στο ίδιο mainstream προπολεμικό μοτίβο, το οποίο μισούσα», επεσήμανε ο σκηνοθέτης. Δύο εβδομάδες μετά το ξεκίνημα των σπουδών του, άρχισε να κτίζεται το τείχος, το οποίο περνούσε μέσα από την αυλή της σχολής κινηματογράφου όπου φοιτούσε. Σε ηλικία 24 ετών, ο Ράινερ Ζίμον έλαβε έγκριση για να κάνει την πρώτη του ταινία, αλλά, όπως είπε χαρακτηριστικά, «εν μία νυκτί την απέρριψαν, χωρίς να ξέρω τίποτα. Οι ελπίδες ότι θα κάναμε καλό κινηματογράφο είχαν σβήσει». Στη συνέχεια, ο κ. Ζίμον εργάστηκε ως βοηθός των Ραλφ Κίρστεν και Κόνραντ Βολφ, ενώ από το 1968 σκηνοθέτησε ταινίες μυθοπλασίας και παιδικές ταινίες, στις οποίες απολάμβανε μεγαλύτερη καλλιτεχνική ελευθερία.
«Μετά τη δημιουργία του τείχους, είχαμε την ελπίδα ότι αφού δεν μπορούσε κανείς να δραπετεύσει, θα ξεκινούσε τουλάχιστον ένας ειλικρινής διάλογος. Έτσι, το 1963 νέοι κινηματογραφιστές δημιουργήσαμε την Κολεκτίβα ’63 με το δόγμα να γυρίζουμε ταινίες με τη μηχανή στο χέρι, οι οποίες να αναφέρονται στη ζωή στην Ανατολική Γερμανία. Τότε έγιναν πολλές ταινίες μυθοπλασίας με κριτική διάθεση», τόνισε ο σκηνοθέτης. Ακολουθεί μια πλημμυρίδα πολιτικών εξελίξεων με την περίοδο εκδημοκρατισμού, επί Χρουστσόφ, η κρίση με τους πυραύλους στην Κούβα, η δολοφονία του Κέννεντι, το δόγμα Μπρέζνιεφ και η εισβολή των τανκς στην Πράγα. Όλες αυτές τις εξελίξεις επηρέασαν τον κινηματογράφο της Ανατολικής Γερμανίας, άλλοτε προς φιλελεύθερη και άλλοτε προς συντηρητική κατεύθυνση. Με την όξυνση του ψυχρού πολέμου και την άσχημη οικονομική κατάσταση της χώρας, οι κινηματογραφιστές που δεν προσαρμόζονταν στην εκάστοτε πολιτική πραγματικότητα αποτελούσαν τους αποδιοπομπαίους τράγους και οι ταινίες τους απαγορεύονταν. Ωστόσο, όπως παραδέχτηκε ο Ράινερ Ζίμον «ελάχιστοι ήταν αντίθετοι απέναντι στην πιεστική στάση του καθεστώτος». Τη δεκαετία του '70 οι περισσότερες ταινίες που γυρίζονται στα στούντιο DEFA αφορούν στην ζωή στην κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία χωρίς όμως τις αντιφάσεις της καθημερινότητας, καθώς υπήρχε ο φόβος της λογοκρισίας.
Το 1980 ο Ράινερ Ζίμον άρχισε να γυρίζει σε ταινία την ιστορία ενός δημάρχου μιας επαρχιακής πόλης, ο οποίος στα μέσα της ζωής του φαίνεται απογοητευμένος από τα κομμουνιστικά ιδανικά και ασχολείται με τον εαυτό του. «Την ιστορία, την πρότεινε το ίδιο το στούντιο και αναρωτιόμουν ‘’γιατί να ζητήσουν από μένα να την γυρίσω; Μήπως ήθελαν να με δοκιμάσουν’’; Στα γυρίσματα είχαμε πολύ έντονη κριτική από την πολιτική ηγεσία και από συνάδελφους μου. Μου ζητήθηκε να αφαιρέσω κομμάτια και το έκανα μέχρι σε ένα σημείο, αλλά κάποια στιγμή τα πράγματα οξύνθηκαν, το θέμα έφτασε στον Έρικ Χόνεκερ ο οποίος το 1983 αποφάσισε η ταινία να μην ολοκληρωθεί», αφηγήθηκε ο σκηνοθέτης. Πολλά χρόνια αργότερα, μετά την πτώση του τείχους ο Ράινερ Ζίμον διαπίστωσε ότι οι μισές από τις χίλιες και πλέον σελίδες του «φακέλου» του στη Στάζι αφορούσαν στη συγκεκριμένη ταινία. Μεταξύ των εγγράφων, υπήρχε και μια επιστολή του διευθυντή της Στάζι που ανέφερε ότι πρόκειται για ένα πείραμα και τελικά η ταινία μπορεί να μην προβληθεί. Μετά από αυτό το συμβάν, ο κ. Ζίμον στράφηκε σε ταινίες σχετικά με τη γερμανική ιστορία, αλλά και ταινίες για την φασιστική περίοδο. Όπως σημείωσε σχετικά: «αυτές ήταν ίσως οι καλύτερες ταινίες μου».
Μετά την πτώση του Τείχους, το 1990, γυρίστηκαν κάποιες σημαντικές ταινίες στα στούντιο DEFA – όπως π.χ. το Η χώρα πίσω από την ηλιαχτίδα - για πρώτη φορά χωρίς λογοκρισία. Ωστόσο, όπως σημείωσε ο Ράινερ Ζίμον: «Όσοι ήταν ανεπιθύμητοι στην DEFA πριν την αλλαγή του καθεστώτος ήταν και μετά, γιατί δεν τους ήθελαν οι σκηνοθέτες της τηλεόρασης, οι οποίοι παρόλο που είχαν κάνει τη χειρότερη προπαγάνδα, κατείχαν την εξουσία. Τελικά, η λογοκρισία του χρήματος είναι χειρότερη από κάθε λογοκρισία», συμπλήρωσε ο κ. Ζίμον. Οι πρώτοι που απολύθηκαν από τα στούντιο, περί τα τέλη της δεκαετίας του '90, ήταν οι καλλιτεχνικοί συνεργάτες. «Η διευθύντρια που μας απέλυσε ήταν μέλος της Στάζι!», τόνισε ο σκηνοθέτης.
Σήμερα εκεί δεν γίνονται παραγωγές ταινιών, αλλά τα στούντιο νοικιάζονται για γυρίσματα ταινιών τρίτων. Μετά το 1993, ο Ράινερ Ζίμον εργάστηκε κυρίως στη Λατινική Αμερική διευθύνοντας κινηματογραφικά εργαστήρια με ινδιάνους σκηνοθέτες. «Η Λατινική Αμερική με ενδιαφέρει περισσότερο από τη χορτάτη Ευρώπη», επεσήμανε στην ομιλία του ο γερμανός σκηνοθέτης. Όταν ζητήθηκε η άποψή του σχετικά με την εμπλοκή της πολιτικής στην τέχνη, ο ίδιος ανέφερε ότι νιώθει ως παιδί του Μπρεχτ: «Ο καλλιτέχνης πρέπει να μένει μακριά από την πολιτική εξουσία. Έχει την ευθύνη να κάνει τους ανθρώπους να σκέφτονται. Η τηλεόραση μας έχει αποβλακώσει. Ευτυχώς που υπάρχουν τα φεστιβάλ κινηματογράφου όπου προβάλλονται άλλα πράγματα, πέρα από τα σκουπίδια της τηλεόρασης».

ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΟΝΤΑΣ 18/3

Η ενότητα «Κουβεντιάζοντας» του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης ολοκληρώθηκε την Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011 στην αίθουσα Excelsior του ξενοδοχείου Electra Palace. Στη συζήτηση συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Νίκος Μεγγρέλης (Πεθαίνοντας για την αλήθεια), Χρόνης Πεχλιβανίδης (South Central Gospel), Θανάσης Καρανικόλας (Khaima), Βίσα Κόιζο-Καντίλα (Πορτραίτο ενός άνδρα), Τζένιφερ Άρνολντ (Μια μικρή πράξη), Λία Μπίνζερ (Η βάρδια του πελεκάνου), Νταβίντ Αντρέ (Ατελείωτη θλίψη, η ζωή μετά την θανατική καταδίκη) και Λευτέρης Φυλακτός (26.2 The road to here).
Το ντοκιμαντέρ Πεθαίνοντας για την αλήθεια του Νίκου Μεγγρέλη παρουσιάζει συνταρακτικές ιστορίες δημοσιογράφων με φόντο τον πόλεμο του Ιράκ, αποκαλύπτοντας άγνωστες πτυχές των γεγονότων. Άλλωστε, ο ίδιος ο δημιουργός με την ιδιότητα του δημοσιογράφου έχει βρεθεί πολλές φορές σε εμπόλεμες ζώνες ως πολεμικός ανταποκριτής. «Συχνά με ρωτούν γιατί έκανα την ταινία. Το μόνο που έχω να απαντήσω είναι ότι ύστερα από τόσους πολέμους και έπειτα από τη συνδικαλιστική δράση που έχω αναπτύξει, η οποία πάντα αφορούσε στην προστασία των δημοσιογράφων, ένιωσα πως αυτό ήταν το απολύτως λογικό επόμενο βήμα για εμένα. Ξέρετε, ο κόσμος κάθε μέρα συζητά αυτά που του μεταδίδει ένας πολεμικός ανταποκριτής, αλλά όταν αυτός σκοτώνεται, τότε αμέσως όλοι τον ξεχνούν, κανείς δεν ασχολείται πλέον μαζί του», επεσήμανε ο Νίκος Μεγγρέλης. Ο σκηνοθέτης υπογράμμισε και μια ατυχή σύμπτωση αναφορικά με την ταινία του, λέγοντας: «Ένας από τους δημοσιογράφους που μου μιλούν στην ταινία, αυτή τη στιγμή αγνοείται στη Λιβύη και κανείς - ούτε οι καθεστωτικοί ούτε οι αντικαθεστωτικοί - δεν παραδέχεται ότι τον έχει απάγει, εάν κάτι τέτοιο έχει όντως συμβεί».
Σύμφωνα με τον δημιουργό Χρόνη Πεχλιβανίδη, το ντοκιμαντέρ South Central Gospel αποτελεί μια κινηματογραφική ματιά στα γκόσπελ της συνοικίας South Central του Λος Άντζελες, μια περιοχή που μαστίζεται από τη φτώχεια και τη φυλετική καταπίεση, η οποία όμως βρίσκεται πολύ κοντά στο Χόλιγουντ και την λαμπερή όψη της περιοχής. «Είναι πραγματικά φοβερό να βλέπεις τόσους ανθρώπους να προσεύχονται, να ζουν και να ελπίζουν με αυτόν τον τρόπο», σημείωσε χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης. Αναφερόμενος στη μουσική πλευρά της ταινίας του, δήλωσε: «Ύστερα από την παραγωγή που έκανα στο ντοκιμαντέρ ‘’Ταξιδιάρα ψυχή’’ με πρωταγωνιστή τον Γιάννη Αγγελάκα – σε σκηνοθεσία της Αγγελικής Αριστομενοπούλου - , τώρα με το South Central Gospel έχω την ευτυχία να συνεχίζω με ένα ακόμη μουσικό ντοκιμαντέρ.
Η δυνατότητα αυτή προέρχεται από την μουσική εκπομπή που κάνω για την κρατική τηλεόραση εδώ και κάποια χρόνια, μέσω της οποίας ταξιδεύω όλο τον κόσμο, ψάχνοντας για μουσική».
Στο ντοκιμαντέρ Khaima ο σκηνοθέτης Θανάσης Καρανικόλας επιχείρησε να καταγράψει την αλήθεια για μια συγκεκριμένη ομάδα μεταναστών, εγχείρημα που ξεκίνησε με αφορμή ένα σχετικό τηλεοπτικό ρεπορτάζ. «Είδα ένα πολύ δραματοποιημένο ρεπορτάζ στην τηλεόραση, γεμάτο υπερβολές για τους αφγανούς –κατά κύριο λόγο- μετανάστες που ζούσαν εδώ και 12 χρόνια σε έναν πρόχειρο καταυλισμό στην Πάτρα και θέλησα να πάω εκεί για να διαπιστώσω μόνος μου τι ακριβώς ισχύει. Ήταν μια ιδιαίτερα δύσκολη διαδικασία, καθώς δεν υπήρχε ούτε συνεργείο ούτε εικονολήπτης, παρά μόνο εγώ, που επεδίωκα παράλληλα να κερδίσω την εμπιστοσύνη των προσφύγων. Βλέπετε, αυτοί οι άνθρωποι έχουν χάσει κάθε ίχνος σεβασμού προς τα μέσα ενημέρωσης», τόνισε ο σκηνοθέτης. Και πρόσθεσε: «Για εμένα, αυτή η προσπάθεια, πέραν των κοινωνικών και πολιτικών προεκτάσεων που θα μπορούσε να λάβει, είναι η ενσάρκωση της ιδέας του άλλου, του ξένου. Την ίδια στιγμή, στάθηκε και σαν μια αφορμή για να καταρριφθούν πολλές προκαταλήψεις».

Ένας σαραντάχρονος άντρας σε κρίση είναι ο πρωταγωνιστής της ταινίας Πορτρέτο ενός άντρα του Βίσα Κόιζο-Καντίλα, ο οποίος τυχαίνει μάλιστα να είναι και καλός φίλος με τον ήρωά του. Ο χαρακτήρας της ταινίας βρίσκεται σε σύγχυση, καθώς δοκιμάζεται η σχέση του με τον μικρό γιο του, αλλά και με το αλκοόλ, ενώ παράλληλα προσπαθεί μέσα από την ψυχανάλυση να νικήσει τους δαίμονες του παρελθόντος του, μιας και ο πατέρας του υπήρξε αυτόχειρας. «Στη Φιλανδία υπάρχει μεγάλο πρόβλημα με τον αλκοολισμό, τις αυτοκτονίες και τη δυστυχία εν γένει. Νομίζω ότι ένας από τους σημαντικότερους λόγους γι’ αυτό, είναι το γεγονός ότι ακόμα υφίσταται το κοινωνικό ταμπού να μην ζητούμε βοήθεια και να μην κάνουμε ψυχοθεραπεία», επεσήμανε ο σκηνοθέτης. Μιλώντας για τη σχέση του με τα άτομα που κινηματογράφησε, ο δημιουργός υπογράμμισε: «Η μοναδικότητα της ταινίας μου έγκειται στο ότι όλοι όσοι εμφανίζονται σε αυτή ανήκουν στον ευρύ φιλικό μου κύκλο, επομένως δεν τέθηκε ποτέ ζήτημα εμπιστοσύνης, κάτι που όλοι ξέρουμε ότι στο ντοκιμαντέρ είναι κομβικής σημασίας».

Από την πλευρά της, η Τζένιφερ Άρνολντ στην ταινία της Μια μικρή πράξη αφηγείται την ιστορία του Κρις Μμπούρου, ενός επαρχιώτη μαθητή από την Κένυα, ο οποίος χάρη στην χορηγία μιας επιζήσασας του Ολοκαυτώματος, κατόρθωσε να αποφοιτήσει από το Χάρβαρντ και είναι πλέον δικηγόρος του ΟΗΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Κρις αποφάσισε να βρει την άγνωστη γυναίκα που του άλλαξε τη ζωή και μάλιστα ξεκίνησε ένα δικό του πρόγραμμα υποτροφιών, στο οποίο έδωσε το όνομά της. «Η σχέση που ανέπτυξα με όλους στην Κένυα ήταν πολύ έντονη, και φυσικά βοήθησε το γεγονός ότι μεγάλωσα εκεί, οπότε γνωριζόμασταν καλά μεταξύ μας. Και πάλι, όμως, οι παρεξηγήσεις παραμονεύουν… Λόγω του ότι η ταινία προβάλλεται σε διάφορα φεστιβάλ ανά τον κόσμο, κάποιοι από τους πρωταγωνιστές νομίζουν ότι εγώ έγινα εκατομμυριούχος και περιμένουν το μερίδιό τους. Νομίζω ότι πρέπει να τους εξηγήσουμε πώς ακριβώς έχει το πράγμα», εξήγησε η δημιουργός.

Η παράδοση αμπελουργίας στη Σαντορίνη και η επέλαση της άναρχης δόμησης στο νησί αποτελεί το κεντρικό θέμα στο ντοκιμαντέρ Η βάρδια του πελεκάνου της Λείας Μπίνζερ. «Η Ελλάδα είναι ένα αστείο μέρος, όπου ο χρόνος έχει πραγματικά αλλάξει τους ανθρώπους. Η ταινία προσπαθεί με έναν αφηγηματικό τρόπο να περιγράψει αυτή την προβληματική κοινωνία», υπογράμμισε η δημιουργός. Η σχέση της σκηνοθέτιδας με τον κεντρικό ήρωα του φιλμ, τον αμπελουργό Νίκο Πελεκάνο, ήταν ένα μεγάλο στοίχημα που η ίδια έπρεπε να κερδίσει. «Είχαμε καταγράψει όλες αυτές τις προσωπικές του στιγμές και στην ταινία τον ακούμε συνεχώς να μιλά, ωστόσο για να μπορέσω να βρω μια ισορροπία κατά τη διαδικασία των γυρισμάτων του ντοκιμαντέρ έπρεπε να καθοδηγώ τον εαυτό μου περισσότερο, και όχι τον Πελεκάνο».

Στην ταινία Ατελείωτη θλίψη, η ζωή μετά την θανατική καταδίκη ο σκηνοθέτης Νταβίντ Αντρέ διατυπώνει κρίσιμα ερωτήματα γύρω από τη θανατική ποινή, αφηγούμενος την ιστορία του Σον Σέλερς, ο οποίος, καταδικασμένος σε θάνατο από τα δεκάξι του, εκτελέστηκε στην Οκλαχόμα σε ηλικία 29 ετών. Ο δημιουργός κατέγραψε τις τελευταίες στιγμές του στην πτέρυγα των θανατοποινιτών και δέκα χρόνια αργότερα, επέστρεψε αναζητώντας τους πρωταγωνιστές της ιστορίας. «Όλοι ζητούν δικαιοσύνη, ωστόσο το ερώτημα είναι εάν μπορεί η θανατική ποινή να επουλώσει τις πληγές ή μήπως κάνει τα πράγματα χειρότερα. Επιστρέφοντας μετά από τόσα χρόνια στο ίδιο μέρος, νομίζω ότι ανακάλυψα ότι συμβαίνει το δεύτερο», σχολίασε ο δημιουργός. Ως σκηνοθετική φιλοσοφία, ο ίδιος πιστεύει ότι η αισθητική συμπορεύεται με την ηθική. Όπως υπογράμμισε σχετικά: «Η κίνηση της κάμερας ή ένα close up αποτελούν ηθικά ζητήματα». Όσο για την σχέση του με τους ανθρώπους που κινηματογραφεί, ο σκηνοθέτης επεσήμανε ότι είναι αναγκαίο να υπάρχει μεταξύ τους ειλικρίνεια: «Το να κοροϊδεύεις τον κόσμο είναι ένα παιχνίδι που τελικά θα σε οδηγήσει στο να χάσεις».

Μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία με αφορμή τον Κλασικό Μαραθώνιο Αθηνών και με πρωταγωνίστρια την 50χρονη Μπέκι, η οποία έφτασε στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ προκειμένου να συμμετάσχει στον αγώνα, αφηγείται η ταινία 26.2 The Road to Here του Λευτέρη Φυλακτού. Ο δημιουργός, ο οποίος αυτοχαρακτηρίστηκε ως «πολιτιστικός μετανάστης» καθώς αυτή την περίοδο ζει στο Βερολίνο όπου κάνει μεταπτυχιακές σπουδές, μίλησε για την ξεχωριστή πρωταγωνίστριά του. Η Μπέκι έχει διδακτορικό στην ψυχολογία, είναι αθλήτρια μαραθωνοδρόμος, αλλά και θύμα παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης από τον πατριό της. «Επιπλέον, στην εφηβεία της έχασε την ακοή της, οπότε πρακτικά, όπως καταλαβαίνετε, πρόκειται για μια γυναίκα η οποία είναι μαραθωνοδρόμος της ζωής. Μόνο που, όπως λέω και στην ταινία, στη ζωή δεν υπάρχει γραμμή τερματισμού…», εξήγησε ο σκηνοθέτης. Σύμφωνα με τον δημιουργό, η κάμερα στο ντοκιμαντέρ λειτουργεί ως «προβοκάτορας»: «Η αλήθεια, την οποία επικαλούνται πολλοί, δεν υπάρχει, δεν γίνεται να υπάρξει. Το μόνο που πραγματικά αξίζει είναι η ειλικρίνεια. Αυτή είναι η λέξη κλειδί».

ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ / ΚΑΜΕΝΓΚΕ, ΟΙ ΒΟΡΕΙΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ/ Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ/

Ο κύκλος των συνεντεύξεων τύπου του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης ολοκληρώθηκε το Σάββατο 19 Μαρτίου 2011, με τη συμμετοχή των δημιουργών Μόνα Νικοάρα (Το σχολείο μας), Λεχ Μικούλσκι (Η θάλασσα μέσα από τα μάτια σου) και Μανού Τζερόζα και Σάλβα Μουνιόθ (Καμένγκε, οι βόρειες συνοικίες).

Μιλώντας για την ταινία της, που παρακολουθεί σε μια μικρή πόλη της Τρανσυλβανίας, τρία παιδιά απ’ την κοινότητα των Ρομά τα οποία συμμετέχουν σ’ ένα ειδικό πρόγραμμα για την άρση των φυλετικών διαχωρισμών, η Μόνα Νικοάρα, τόνισε χαρακτηριστικά: «Τα παιδιά αυτά παλεύουν ενάντια στην αδιαφορία, την παράδοση και την αδιαλλαξία με χιούμορ, αισιοδοξία και τσαμπουκά. Η ταινία γυρίστηκε στη διάρκεια τεσσάρων χρόνων, από το 2006 μέχρι και το 2010 και παρακολουθεί την πορεία των μαθητών σε τρία σχολεία. Μάλιστα σε δυο από αυτά, τα παιδιά είχαν ουσιαστικά απομονωθεί, ενώ στο τρίτο κατάφεραν να ενταχτούν στην κοινωνία ευκολότερα». Το ντοκιμαντέρ σκιαγραφεί ταυτόχρονα και το πορτραίτο της κοινότητας στην οποία διέμεναν. «Δεν θέλαμε να δώσουμε μόνο την αισιόδοξη πλευρά της ιστορίας, αλλά τις πραγματικές πιθανότητες που υπήρχαν για να είναι επιτυχές το συγκεκριμένο εγχείρημα», εξήγησε η δημιουργός. Όπως καταγράφεται στην ταινία, οι τρεις Ρομά μαθητές σημειώνουν πρόοδο μετά την ένταξή τους στο ειδικό πρόγραμμα. «Η διαφορετική προσέγγιση της δασκάλας στο σχολείο αυτό βοήθησε τα παιδιά να προοδεύσουν. Όλα λειτουργούσαν ρολόι. Εάν έρχονταν σε επαφή με αυτή τη γυναίκα νωρίτερα, θα είχαν βοηθηθεί πολλά περισσότερα παιδιά», ανέφερε η Μόνα Νικοάρα και συμπλήρωσε ότι μετά την ολοκλήρωση του ντοκιμαντέρ, τα πράγματα δεν είχαν ευχάριστη εξέλιξη γι αυτά τα παιδιά. «Τα παιδιά πηγαίνουν σήμερα σε ένα άλλο σχολείο, ένα άσχημο μέρος στο οποίο δεν μπορούν να ενταχθούν. Δυστυχώς το γεγονός το έχουν αποδεχτεί οι ίδιοι αλλά και οι οικογένειές τους κι έτσι πορεύονται», επεσήμανε.

Στη συνέχεια το λόγο πήρε ο σκηνοθέτης Λεχ Μικούλσκι. Στο ντοκιμαντέρ του Η θάλασσα μέσα από τα μάτια σου, ο δημιουργός παρακολουθεί την ιστορία της τυφλής Άλις, η οποία ξεκινά ένα ξεχωριστό ταξίδι με το ιστιοφόρο Ζάβισα Τσάρνι. Αν και αρχικά είναι γεμάτη αμφιβολίες και άγχος για το αν πήρε τη σωστή απόφαση, σιγά - σιγά αρχίζει να καταλαβαίνει πόσο πολύτιμη είναι αυτή η εμπειρία. Μάλιστα, δεν πρόκειται για ένα απλό ταξίδι, καθώς η Άλις είναι μια μόνο απ’ τους τυφλούς που αποτελούν το μισό πλήρωμα του πλοίου. «Επέλεξα την συγκεκριμένη ιστορία κατά τύχη. Μια ημέρα, το 2007, καθώς άκουγα ραδιόφωνο, έπεσα πάνω στον καπετάνιο του πλοίου που αφηγούνταν ιστορίες από το προηγούμενο ταξίδι τους. Η ιδέα ενός τέτοιου ταξιδιού για ανθρώπους τυφλούς μου φάνηκε εντελώς τρελή και αποφάσισα να τη μεταφέρω στην οθόνη», σημείωσε ο Λεχ Μικούλσκι. Για την Άλις, το ταξίδι αυτό αποτέλεσε μια περιπέτεια, μια ευκαιρία να αντιληφθεί διαφορετικά τη ζωή της. «Η Άλις είχε μια ευκαιρία να δει τη ζωή με μια διαφορετική οπτική. Είναι μια δυνατή γυναίκα και η ιστιοπλοΐα τη βοήθησε να καταλάβει τη δική της θέση στον κόσμο. Το παράδοξο ήταν ότι ζούσε κοντά στη θάλασσα, ο πατέρας ήταν ψαράς, όμως δεν είχε ξαναμπεί με πλοίο. Μετά από αυτό, ήρθαν πολλές αλλαγές», υπογράμμισε ο σκηνοθέτης.

Στο τέλος, οι σκηνοθέτες Μανού Τζερόζα και Σάλβα Μουνιόθ, μίλησαν για την ταινία τους Καμένγκε, οι βόρειες συνοικίες. Η κάμερά τους εισχώρησε στις βόρειες συνοικίες του Μπουτζουμπούρα, πρωτεύουσας του Μπουρούντι, όπου οι άνθρωποι προσπαθούν να επιβιώσουν και να ξαναφτιάξουν τις ζωές τους ύστερα από τον δεκαετή εμφύλιο πόλεμο που τελείωσε το 2005. Πρωταγωνιστής του ντοκιμαντέρ είναι ο Αλέξις Σιντουχίτζε, δημοσιογράφος που γεννήθηκε στην περιοχή και οργάνωσε, το 2007, ένα πολιτικό κίνημα που προσπαθεί να αλλάξει τα πράγματα στη χώρα. «Η κατάσταση στην περιοχή παραμένει δραματική. Ακόμη και μετά τις εκλογές, επικεφαλής της αντιπολίτευσης δολοφονήθηκαν. Υπήρχε περίοδος που τρεις- τέσσερις άνθρωποι σκοτώνονταν κάθε βράδυ. Καταλαβαίνετε λοιπόν πόσο δύσκολο και επικίνδυνο ήταν για τον Αλέξη να πει αυτή την ιστορία», σημείωσε ο Μανού Τζερόζα. Στο ντοκιμαντέρ καταγράφεται ακόμη η ιδιαίτερη σχέση του πρωταγωνιστή με τη σύζυγό του, η οποία διαμένει με το παιδί τους στην Τουλούζ της Γαλλίας. «Ήταν δύσκολο να ανοιχτεί καθώς φοβόταν πολύ», τόνισε ο Σάλβα Μουνιόθ. Και συνέχισε: «Εκείνη την περίοδο ο Αλέξις βρισκόταν στη φυλακή και η ίδια φοβήθηκε μη του κάνουν κακό εάν γινόταν αυτή η ταινία. Το μόνο που μας είπε ήταν ότι τον αγαπάει πολύ κι ότι παρότι γνωρίζει ότι κινδυνεύει, σέβεται και στηρίζει την προσπάθειά του να παλέψει για να αλλάξει τον τόπο του».

Οι δυο σκηνοθέτες, εκτός από τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν κάνοντας γυρίσματα σε φτωχογειτονιές όπου η βία συνεχίζεται, είχαν να αντιμετωπίσουν και πρακτικά ζητήματα, όπως αυτό της έλλειψης χρηματοδότησης. «Εμείς δουλεύαμε στον χώρο της διαφήμισης, οπότε δεν είχαμε την απαιτούμενη εμπειρία για να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε οικονομική στήριξη», εξήγησε ο Μανού Τζερόζα και ο Σάλβα Μουνιόθ πρόσθεσε: «Κάναμε, λοιπόν, μια συμφωνία με μια ιταλική Μη Κυβερνητική Οργάνωση. Τους προτείναμε να καλύψουν τα έξοδο για τη μετακίνηση και τη διαμονή μας στο Μπουρούντι και σε αντάλλαγμα δεσμευτήκαμε να κάνουμε μια ταινία για τη δική τους δουλειά. Ήταν ένα είδος καλής ανταλλαγής και γι' αυτούς και για μας».

Δεν υπάρχουν σχόλια: