ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΕΚΛΟΚΕΝΤΑΥΡΟΥ

Φαντάσου έναν καρεκλοκένταυρο με αποκολλημένα τα πισινά του, να έρπει προς το νέο του αξίωμα. Μοιάζει με αλλόκοτο μαλάκιο, αηδιαστικά απροστάτευτο και εμετικά θλιβερό. Την ώρα που πανικόσυρτο, σπεύδει να οχυρωθεί στο νέο του κέλυφος. Ίσως, γι' αυτό και κανένας από τους γυμνόποδες αδελφούς μου, δεν το πατάει. Τόσο πολύ το σιχαίνονται.
Κώστας Ι. Γιαλίνης

ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕ (Translate)

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ

13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα, 11-20 Μαρτίου 2011

Η Μέση Ανατολή, από τις πιο ευάλωτες γεωγραφικές ζώνες του πλανήτη, άλλοτε ασφυκτιά και άλλοτε εξεγείρεται μέσα σε μια δίνη πολιτικών μεταστροφών και κοινωνικών ζυμώσεων. Ο αραβικός κόσμος βιώνει μια από τις πιο πολυτάραχες περιόδους της Ιστορίας του, όπως άλλωστε επιβεβαιώνουν και οι τελευταίες εξελίξεις σε Αίγυπτο, Ιράν, Ιράκ, Λιβύη. Ο κινηματογραφικός φακός είναι παρών και αντανακλά την αλήθεια της. Εξελίσσοντας τον διάλογο με τον αραβικό κόσμο, το 13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης - Εικόνες του 21ου αιώνα πραγματοποιεί αφιέρωμα στη Μέση Ανατολή, με ταινίες τεκμηρίωσης που έχουν ως κοινό παρονομαστή την ανθρώπινη πραγματικότητα: οριακή, ρευστή, αναπόδραστη.

Πολιτική στην κόψη του ξυραφιού, ισλαμισμός και εθνικές κρίσεις, πόλεμος και μετανάστευση, ακραίες διέξοδοι και προσωπικοί άθλοι, καθώς και η τέχνη ως αντίβαρο στη διάλυση, εναλλάσσονται θεματικά, αναδεικνύοντας την ξεχωριστή φυσιογνωμία της Μέσης Ανατολής. Το αφιέρωμα περιλαμβάνει 9 ντοκιμαντέρ πρόσφατης παραγωγής, από χώρες όπως το Ισραήλ, ο Λίβανος, η Συρία, αλλά και οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Νορβηγία. Με αφετηρία κοινωνίες σε αναβρασμό και μέρη που συνταράσσονται σε καθημερινή βάση, οι δημιουργοί βαδίζουν στο ίδιο μονοπάτι: αποκαλύπτουν τολμηρά, ερμηνεύουν κριτικά, εν τέλει αφηγούνται ιστορίες οικουμενικής δύναμης.

Η ιστορία του πορτοκαλιού με την επωνυμία «Γιάφα» αφηγείται την ιστορία της χρόνιας αντιπαλότητας παλαιστινίων – ισραηλινών στην βραβευμένη ταινία Jaffa The Oranges Clockwork του αναγνωρισμένου ντοκιμαντερίστα Εγιάλ Σιβάν / Eyal Sivan. Το συγκεκριμένο προϊόν μετατράπηκε από σύμβολο συνεργασίας των δύο λαών, σε ιδεολογικά φορτισμένο φορέα της διαμάχης τους, με διαμετρικά αντιθετικό περιεχόμενο για κάθε πλευρά: κρατικό «έμβλημα» για τους ισραηλινούς, «τεκμήριο» καταπίεσης για τους παλαιστίνιους. Ο σκηνοθέτης δομεί μια ενδοσκοπική πολιτική σπουδή, με κύριο εργαλείο την εμπνευσμένη χρήση αρχειακού υλικού (επίκαιρα, παραδοσιακά τραγούδια, αφίσες, προπαγανδιστικά φιλμ), αλλά και απόψεις ειδικών, καλλιτεχνών και πολιτών. Έτσι, επιτυγχάνει να ανασυνθέσει τις αισθητικές και πολιτικές πτυχές που αφορούν στο εν λόγω αντικείμενο. Ταυτόχρονα, αναλογίζεται επάνω στις δυτικές απόψεις που αυτό αντανακλά σε σχέση με τη Μέση Ανατολή γενικότερα, και προβάλλει την ιστορία της Γιάφα ως καρπό φρούτου και ως πόλη, ως εικόνα, μύθο και αλήθεια.

Από τις πιο γνήσιες αντιπολεμικές κραυγές διαμαρτυρίας που απεικονίζουν με συνταρακτικές και αμερόληπτες αποχρώσεις το βάρβαρο επιμύθιο των σύγχρονων πολέμων, η ταινία Tears of Gaza της Βίμπεκε Λόκεμπεργκ/ Vibeke Lokkeberg, αποτελεί το ντοκουμέντο του βομβαρδισμού της Γάζας από τον ισραηλινό στρατό τη διετία 2008-2009. Η δημιουργός αποποιείται τις πολιτικές αναλύσεις και εστιάζει στο κόστος που βαραίνει τους αθώους. Οι εικόνες της ταινίας είναι ιδιαίτερα σκληρές, όπως η πραγματικότητα των θυμάτων, τα οποία είναι ανήμπορα να δώσουν συγχώρεση, παραδομένα στο μίσος που αναπαράγει ο πόλεμος. Με σπάνιο οπτικό υλικό και μουσική των Λίζα Τζέραρντ (Dead Can Dance) και Μαρτσέλο ντε Φραντσίσι, το Tears of Gaza είναι ένας οικουμενικός θρήνος ενάντια σε κάθε πόλεμο.

Η διασκευή του διάσημου θεατρικού έργου «12 Angry Men», υπό τον τίτλο «12 Angry Lebanese», και με συντελεστές 45 κρατούμενους της διαβόητης φυλακής Ρουμιέ του Λιβάνου, είναι αναμφισβήτητα ένα ελκυστικό παράδοξο. Η ιδέα για το πρώτο drama project που πραγματοποιήθηκε ποτέ σε φυλακή της χώρας, ανήκει στην ηθοποιό, σκηνοθέτιδα και δραματοθεραπεύτρια Ζέινα Ντακάς / Zeina Daccache, η οποία έφερε εις πέρας το δύσκολο έργο να «εκπαιδεύσει» τους τροφίμους και να σκηνοθετήσει το έργο. Η ίδια υπογράφει και το πολυβραβευμένο ντοκιμαντέρ 12 Angry Lebanese που αφηγείται το χρονικό αυτού του, διάρκειας 15 μηνών, καλλιτεχνικού ταξιδιού. Ανάμεσα στις συνεδρίες δραματοθεραπείας, τις συνεντεύξεις των κρατουμένων, την αλληλεπίδραση με τη δημιουργό αλλά και μεταξύ τους, αναδύεται με αμεσότητα η παντοδυναμία της τέχνης, που στην συγκεκριμένη περίπτωση κυοφορεί ελπίδα και μεταστροφή.

Σε εντελώς διαφορετικό κλίμα κινείται η ταινία Beating Time, της Οντέτ Ορ/ Odette Orr, η οποία καταγράφει μια εξοντωτική μάχη ενάντια στο χρόνο, την οποία δίνει ο 29χρονος φοιτητής του Χάρβαρντ Άβι Κρέμερ, μαζί με δύο ακόμη ασθενείς. Στόχος τους, η ανεύρεση πόρων για έρευνα και την ανακάλυψη φαρμακευτικής αγωγής για τη νόσο ALS (αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση) από την οποία πάσχουν. Αντιμέτωποι με τα ευρύτερα εμπόδια της φαρμακοβιομηχανίας, αλλά και σε προσωπικό επίπεδο με την ασθένεια, γίνονται ήρωες σε μια πενταετή περιπέτεια, μια αποστολή ζωής που φιλοδοξεί να κάνει τα αδύνατα, δυνατά.

Το αφιέρωμα στη Μέση Ανατολή αναδεικνύει μεταξύ άλλων θέματα όπως η σύγχρονη πραγματικότητα στην πόλη της Ράφα, μέσα από το ντοκιμαντέρ Abu Jamil Street In the Heart of Gaza Tunnels των Αλέξις Μονσοβέ και Στεφάν Μαρκέτι /Alexis Monchovet & Stephane Marchetti, αλήθειες και ψέματα για τον φονταμενταλισμό στο The Oath της Λάουρα Ποϊτράς / Laura Poitras, αλλά και την παράνομη μετανάστευση των κούρδων στην ταινία Hero of All Seas του Ταλάλ Ντερκί / Talal Derki.

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα 11-20 Μαρτίου 2011

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΛΑΜΑ

«Πιστεύω πως όταν ξεκινάς να ζωγραφίσεις μία γραμμή, έχεις μία αφετηρία, από κάπου ξεκινάς. Κάποτε όμως αυτήν τη γραμμή πρέπει να την τελειώσεις, δεν μπορείς να την αφήνεις να τελειώνει στο άπειρο». Η Κυριακή Μάλαμα, έχει χαράξει στο ντοκιμαντέρ τις δικές της γραμμές - διαδρομές, που την οδήγησαν από την Ελλάδα, την Αλβανία και την Κύπρο, έως την Τουρκία, την Παλαιστίνη και το Ισραήλ. Διατηρώντας πάντα έναν προσανατολισμό ανθρωποκεντρικό, αναδεικνύει μέσα από το φακό της μείζονα πολιτικοκοινωνικά ζητήματα, αναζητώντας πάντα την αφανή πλευρά των πραγμάτων. Το 13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, πραγματοποιεί αφιέρωμα στην Κυριακή Μάλαμα, παρουσιάζοντας τους πιο σημαντικούς – μέχρι σήμερα – σταθμούς στο έργο της.

Γεννημένη στη Συκιά Χαλκιδικής το 1961, η Μάλαμα σπούδασε θέατρο στη Σχολή Λαϊκού Πειραματικού Θεάτρου και στη Σχολή Βεάκη. Συνέχισε τις σπουδές της στη Βιέννη, παίρνοντας πτυχίο της Επιτροπής Τεχνών Paritatische Prufungs – Kommision fur Kunst. Παιδί μεταναστών, εργάστηκε αρχικά στη Δυτική Γερμανία και κατόπιν στην Ελλάδα ως ξενοδοχοϋπάλληλος. Ολοκληρώνοντας τις σπουδές της, πραγματοποίησε τα πρώτα της βήματα στον κόσμο του κινηματογράφου, υπογράφοντας τα πρώτα της ντοκιμαντέρ, ενώ παράλληλα συνεργάστηκε και με θεατρικές ομάδες σε Ελλάδα και Κύπρο. Ταυτόχρονα δραστηριοποιείται έντονα σε οικολογικά και κοινωνικά ζητήματα του νομού Χαλκιδικής, πλευρά της δημιουργού που όχι μόνο συνυπάρχει με την πορεία της στο ντοκιμαντέρ, αλλά ενσωματώνεται σε αυτό κάθε φορά, που καταγράφει μέσα απ’ τον φακό της με σεβασμό και ευαισθησία, μειονότητες και μικρές κοινωνικές ομάδες.

Η Κυριακή Μάλαμα, πριν από τα θέματά της, στοχεύει πάντα στην εμπιστοσύνη των ανθρώπων που κινηματογραφεί, διαδικασία που άλλοτε ξεδιπλώνεται μπροστά στον φακό, κι άλλοτε προηγείται αυτού. Όπως για παράδειγμα συμβαίνει, στο ντοκιμαντέρ της, Γυναίκες στο μικρό Παρίσι (2004). Οι τσιγγάνες στον Δενδροπόταμο αντικρίζουν αρχικά με άρνηση και καχυποψία την κάμερα της δημιουργού. Μόνο όταν συνηθίζουν σιγά – σιγά την παρουσία της στο χώρο, παραδίνονται αυθόρμητα, εκφράζονται χωρίς αναστολές και μοιράζονται με το θεατή, τα ήθη και τις παραδόσεις των Ρομά που ζουν εκεί.

Η ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, ξετυλίγεται στο φακό της Μάλαμα, μέσα από τα ντοκιμαντέρ της 39405 (2001) και Επάνω στα ίχνη (1998). Ο τίτλος του πρώτου, αντιστοιχεί στον αριθμό της Ζάνα Σαντικάριο-Σαατσόγλου, Εβραίας από τη Θεσσαλονίκη που επέζησε από το Άουσβιτς και πενήντα πέντε χρόνια μετά, αφηγείται την ιστορία της σε μαθητές του Λυκείου Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης Θεσσαλονίκης. Το ντοκιμαντέρ Επάνω στα ίχνη, ιχνογραφεί στοιχεία της ταυτότητας των Εβραίων που ζουν σήμερα στη Θεσσαλονίκη, αλλά και τις προκαταλήψεις ένθεν και ένθεν μέσα από το δικό τους λόγο.

Εξαιρετική χρήση των κινηματογραφικών εργαλείων και αφηγηματική δύναμη, χαρακτηρίζουν τη Μαύρη Σημαία (2003), το ντοκιμαντέρ της Μάλαμα που καταγράφει την ιστορία μιας ομάδας έφεδρων ισραηλινών αξιωματικών που αρνούνται να επιστρέψουν στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Οι συγκλονιστικές μαρτυρίες τους, αλλά και η ψύχραιμη, αντικειμενική ματιά της δημιουργού απέναντι στο θέμα της, προσδίδουν στη Μαύρη Σημαία μια ξεχωριστή θέση στη φιλμογραφία της σκηνοθέτιδας.

Η κρυφή, η αφανής, η άλλη πλευρά των ζητημάτων με τα οποία καταπιάνεται η Μάλαμα, έδωσαν και τον τίτλο στην ταινία της Η άλλη πλευρά (2004), που παρουσιάζει όσα βίωσαν οι Τουρκοκύπριοι κατά τη διάρκεια των τραγικών γεγονότων του 1974, μέσα από την αφήγηση της τουρκοκύπριας ποιήτριας – ακαδημαϊκού Νεσσέ Γιασίν. Όπως οι μνήμες της Γιασίν διατρέχουν όλη την ιστορία της Κύπρου απ’ το ’74 και μετά, έτσι και οι αναμνήσεις της καταξιωμένης ντίβας του αλβανικού λυρικού θεάτρου Εντίτ Μιχάλι, διατρέχουν την ιστορία της Αλβανίας, στο ντοκιμαντέρ Αλβανικό Μελόδραμα (2003). Σ’ αυτό η Μάλαμα, αναδεικνύει μια λιγότερο γνωστή εικόνα της γειτονικής χώρας, με οδηγό την πολιτιστική της κληρονομιά.

Μέσα από πορτραίτα ανθρώπων, η δημιουργός ανασύρει ιστορικές μνήμες που καθόρισαν τη σύγχρονη ιστορία, στα ντοκιμαντέρ της, Καπετάν Κεμάλ (2003), με πρωταγωνιστή τον Μιχρί Μπελί, την ιστορική μορφή του δημοκρατικού στρατού που στη διάρκεια του Εμφυλίου βρέθηκε στο πλευρό των ελλήνων κομμουνιστών, Βάσκο Καρατζά (2001), για τον ασυρματιστή του γενικού επιτελείου του Δημοκρατικού Στρατού και πολιτικό πρόσφυγα του εμφυλίου, αλλά και Κόκκινο-Μαύρο (2001), για τον πρόσφυγα από τη Μικρά Ασία, αρχειομαρξιστή και μετέπειτα αναρχικό Γιάννη Ταμτάκο.

Στα ντοκιμαντέρ της δημιουργού, οι ιστορίες του ενός, ενώνουν τις κουκίδες, αποτυπώνοντας τη μεγάλη Ιστορία. Στους δεσμούς με το παρελθόν, η Μάλαμα στήνει τον καμβά της για να κινηματογραφήσει τα θέματά της. Η πολυτάραχη και συναρπαστική ζωή της Δέσποινας Καλνή, γεννημένης στην Ίμβρο το 1920, από τους λίγους εναπομείναντες Ρωμιούς της Πόλης, έχει δώσει τη θέση της στα γηρατειά και τη νοσταλγία. Στο Μαντάμ Δέσποινα, (2003), η Κυριακή Μάλαμα πραγματοποιεί μαζί με την ηρωίδα της, ένα νοερό οδοιπορικό στο χώρο και το χρόνο.

Τέλος, μέσα από μαρτυρίες, αλλά και αρχειακό υλικό, η Μάλαμα ταξιδεύει τον θεατή στις αρχές του 20ου αιώνα μέσα από τα ντοκιμαντέρ της Συννεφιάζει (2007) και Ανταλλάξιμοι (2007), που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της σειράς της ΕΡΤ3 «Ταραγμένα Χρόνια». Στο πρώτο, πιάνει τον ιστό της αφήγησης απ’ το καλοκαίρι του 1914 όταν ξεσπάει ο 1ος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Οθωμανική Αυτοκρατορία μπαίνει στον πόλεμο ως σύμμαχος των Κεντρικών Δυνάμεων, κηρύσσοντας γενική επιστράτευση, ενώ στο δεύτερο ρίχνει φως στην υποχρεωτική «ανταλλαγή» των ετεροδόξων πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, που αποφασίστηκε στις 30 Ιανουαρίου 1923. Ελληνορθόδοξοι και Μουσουλμάνοι πρόσφυγες αφηγούνται προσωπικές ιστορίες για την ανταλλαγή, που σφράγισε τη μοίρα χιλιάδων ανθρώπων και στις δυο πλευρές.

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα 11-20 Μαρτίου 2011

ΑΦΙΕΡΩΜΑ - «ΕΤΣΙ ΕΙΜΑΙ - ΑΝΑΤΡΕΠΟΝΤΑΣ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ»

Στερεότυπα, περιθωριοποίηση, φόβος. Αλλά και αποδοχή, ένταξη, αγάπη. Δύο αντιθέσεις που συνυπάρχουν, όταν γίνεται λόγος για άτομα με αναπτυξιακές και νοητικές δυσλειτουργίες, για συνανθρώπους μας που μάχονται για την υπεράσπιση των ξεχωριστών τους δεξιοτήτων, αλλά και για τον σεβασμό μας. Με αφορμή τη διοργάνωση των Παγκόσμιων Αγώνων Special Olympics Athens 2011, το 13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης - Εικόνες του 21ου Αιώνα πραγματοποιεί ένα μεγάλο αφιέρωμα με τίτλο «Έτσι είμαι – Ανατρέποντας προκαταλήψεις». Το αφιέρωμα περιλαμβάνει 30 ταινίες τεκμηρίωσης που μας προσκαλούν να γνωρίσουμε καλύτερα τους ανθρώπους με αναπτυξιακά και νοητικά προβλήματα και να δούμε τον κόσμο με τα δικά τους μάτια. Στο πλαίσιο του αφιερώματος, το οποίο επιμελείται η Έλενα Χρηστοπούλου, θα πραγματοποιηθεί και ημερίδα με τη συμμετοχή σκηνοθετών, εκπροσώπων συλλόγων και ειδικών, με θέματα όπως, ο αγώνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα των ατόμων με αναπτυξιακά και διανοητικά προβλήματα, η ενσωμάτωση στο σχολείο, η αντιμετώπιση των προκαταλήψεων, οι κίνδυνοι του ιδρυματισμού και τα οφέλη των κέντρων ειδικής εκπαίδευσης. Οι ταινίες του αφιερώματος αποστασιοποιούνται από τα συνήθη - «κλινικής» φύσης - ντοκιμαντέρ με ανάλογη θεματολογία. Αντίθετα ρίχνουν φως στην προσωπικότητα και την καθημερινότητα των συγκεκριμένων ατόμων και των κοντινών τους ανθρώπων. Από τη μια, αναδεικνύονται, οι δυσκολίες στην επικοινωνία, η πάλη για κοινωνική ενσωμάτωση και η ανεπάρκεια υποστηρικτικών πρακτικών. Από την άλλη όμως, δείχνουν, ότι η στήριξη από συγγενικά και φιλικά πρόσωπα, τα ταλέντα, η δύναμη ψυχής και οι επιθυμίες αυτών των ανθρώπων, υπερνικούν τόσο τα προβλήματα, όσο και τις προκαταλήψεις. Μια απρόσμενα χιουμοριστική, εκ των έσω ματιά στον αυτισμό, είναι το ντοκιμαντέρ Neurotypical (2010) του Άνταμ Λάρσεν / Adam Larsen (παγκόσμια πρεμιέρα), το οποίο εξερευνά τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ των όρων «φυσιολογικοί» και «αυτιστικοί», από τη σκοπιά των δεύτερων, στους οποίους δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο. Μέσα από την καθημερινότητά τους, ο σκηνοθέτης αμφισβητεί ανοιχτά τα κοινωνικά πρότυπα «κανονικότητας», πράττοντας έτσι το αυτονόητο: να διευρύνει τα – παρεξηγημένα εδώ - σύνορα της έννοιας «άνθρωπος». Η ταινία Her name is Sabine (2007), σκηνοθετικό ντεμπούτο της ηθοποιού Σαντρίν Μπονέρ / Sandrine Bonnaire, συνιστά ένα προσωπικό δοκίμιο-μαρτυρία, αλλά και μια καταγγελία για την έλλειψη συνεπούς και κατάλληλης περίθαλψης των ατόμων με διανοητικά προβλήματα. Η δημιουργός συνθέτει το πορτρέτο της αδελφής της, Σαμπίν, η οποία έπειτα από μια τραγική, πενταετή παραμονή σε ψυχιατρική κλινική όπου δεν διαγνώστηκε έγκαιρα ο αυτισμός της, κατέληξε να γίνει μια σκιά του εαυτού της. Η ταινία τιμήθηκε με βραβείο Fipresci στο φεστιβάλ Κανών του 2007. Από εφάμιλλη οπτική γωνία, η ταινία που δανείζει και τον τίτλο της στο αφιέρωμα, How I am (2007) των Ίνγκριντ Ντεμέτς / Ingrid Demetz και Καρολίνε Λάιτνερ / Caroline Leitner, αποτελεί μια αποκαλυπτική ‘βουτιά’ στον ψυχισμό του Πάτρικ, ενός αυτιστικού εφήβου, ο οποίος περιγράφει τη ζωή του με τη φράση «είμαι σαν ερημίτης σε νησί». Όσα λέει, αλλά και όσα δεν λέει ο νεαρός, μετατρέπονται σε σχεδόν χειροπιαστές εικόνες και αισθήσεις, λειτουργώντας σαν το πιο εύγλωττο βήμα κατανόησης των ατόμων με αυτισμό. Μια αφοπλιστική ιστορία ενηλικίωσης, με ήρωα τον έφηβο Μπίλι, καταθέτει η Τζένιφερ Βεντίτι / Jennifer Venditti στο πολυβραβευμένο ντεμπούτο της με τίτλο Billy the kid (2007). Ο Μπίλι, έχοντας γνώση ότι είναι διαφορετικός από τους συνομήλικούς του, μοιράζεται γενναιόδωρα με το θεατή, σκέψεις, ανησυχίες και συναισθήματα που απορρέουν από τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα. Μετά το τέλος της ταινίας, ο Μπίλι διαγνώστηκε με σύνδρομο Άσπεργκερ. Η τρυφερή σχέση του ισπανού κομίστα Μιγκέλ Γκαγιάρντο με την 14χρονη αυτιστική κόρη του, Μαρία, ξετυλίγεται στην ταινία Maria and I (2010) του Φέλιξ Φερνάντεζ ντε Κάστρο / Felix Fernandez de Castro. Μέσα από τα έξυπνα animation του καλλιτέχνη με πρωταγωνίστρια τη Μαρία, κινηματογραφημένο υλικό των δυο τους, αλλά και συνεντεύξεις του Γκαγιάρντο και της πρώην συζύγου του, αναδύεται μια αισιόδοξη, πνευματώδης προσέγγιση που ισορροπεί ιδανικά ανάμεσα στην ευαισθησία και το χιούμορ. Ο Γκαγιάρντο, ο οποίος κάνει και την αφήγηση, αναφέρει χαρακτηριστικά για την κόρη του: «Δεν θέλω οι άλλοι να της φέρονται σαν ένα φυσιολογικό άνθρωπο, θέλω να της φέρονται σα βασίλισσα». Θεραπεύεται ο αυτισμός; Σε αυτό το ερώτημα απαντούν δύο ταινίες οι οποίες, και πάλι με άξονα τη σχέση γονιών και αυτιστικών παιδιών, αποδίδουν με φωτεινά χρώματα τη γενναία μάχη που δίνουν αυτές οι οικογένειες. Στο ντοκιμαντέρ The horse boy (2009) του Μισέλ Οράιον Σκοτ / Michel Orion Scott, οι γονείς του 5χρονου Ρόουαν στρέφονται στις εναλλακτικές μεθόδους θεραπείας των σαμάνων, πραγματοποιώντας ένα ταξίδι με άλογο στη Μογγολία. Τον προσωπικό τους αγώνα να βοηθήσουν τον αυτιστικό γιο τους, καταγράφουν οι σκηνοθέτες Ντον και Τζουλιάν Κινγκ / Don & Julianne King, στο ντοκιμαντέρ Beautiful son (2007). Όταν η συμβατική ιατρική αποτυγχάνει, επιλέγουν μια κοινότητα γιατρών και γονιών που πειραματίζονται με θεραπευτικές παρεμβάσεις. Οι οικογενειακοί δεσμοί μπαίνουν στο μικροσκόπιο και στο βραβευμένο ντοκιμαντέρ Including Samuel (2008) του σκηνοθέτη και φωτορεπόρτερ Νταν Χαμπίμπ / Dan Habib - ο οποίος θα παραβρεθεί στο Φεστιβάλ και θα συμμετάσχει στην ημερίδα που πλαισιώνει το αφιέρωμα. Με αφετηρία την προσωπική του ιστορία με τον γιο του Σάμιουελ, ο Χαμπίμπ προσεγγίζει ανθρώπους με ανάλογες εμπειρίες, διερευνώντας τη σημασία της ενσωμάτωσης στο κοινωνικό και σχολικό περιβάλλον. Η θεραπευτική, απελευθερωτική δύναμη της μουσικής βρίσκεται στο επίκεντρο της πολυβραβευμένης, ποιητικής ταινίας In the garden of sounds (2010) του Νίκολα Μπελούτσι / Nicola Bellucci. Ήρωας, ο τυφλός ελβετός μουσικός Βόλφγκανγκ Φάσερ, ο οποίος μέσα από τη μουσικοθεραπεία βοηθά παιδιά με δυσλειτουργίες. Μια διαφορετική μπάντα κλέβει την παράσταση στο ντοκιμαντέρ For once in my life (2010) των Τζιμ Μπίγκαμ και Μαρκ Μούρμαν / Jim Bigham, Mark Moormann. Πρόκειται για το 28μελές σύνολο The Spirit of Goodwill Band, που αποτελείται από τραγουδιστές και μουσικούς με διάφορες νοητικές δυσλειτουργίες, πολλοί από τους οποίους έχουν χαρακτηριστεί ως μουσικές ιδιοφυίες. Ένα αισιόδοξο ντοκιμαντέρ που αποδεικνύει ότι τα στερεότυπα και τα προγνωστικά υπάρχουν για να καταρρίπτονται. Τέσσερις ελληνικές ταινίες, εμπλουτίζουν το πρόγραμμα του αφιερώματος. Στην ταινία Πριγκίπισσα Χριστίνη (2007) της Ίριδας Ζαχμανίδη, με ηρωίδα μια κοπέλα με σύνδρομο Down, εγείρονται ερωτήματα αναφορικά με την ένταξη των νοητικά υστερούντων ατόμων στην λεγόμενη «κεντρική ζωή». Στο ντοκιμαντέρ Παράσταση (2003) του Νίκου Αλευρά, ο δημιουργός κινηματογραφεί την θεατρική παράσταση των παιδιών του Ειδικού Σχολείου Νέας Πεντέλης και σκιαγραφεί έναν εντελώς ξεχωριστό ανθρώπινο μικρόκοσμο. Οι σκηνοθέτες Βάλερυ Κοντάκος και Γιάννης Μισουρίδης στην ταινία Μαθήματα-Παθήματα: Γκρίζα περιοχή – ειδικές ανάγκες (2006), θέτουν σοβαρούς προβληματισμούς για την αξιοπρεπή διαβίωση των ατόμων με νοητική στέρηση, και εν προκειμένω του έφηβου Δημήτρη, ο οποίος λόγω ελλείψεων σε υποδομές και εξειδικευμένα προγράμματα, βρίσκεται σε μια «γκρίζα περιοχή» εκπαιδευτικής υποβάθμισης, όπως όλοι οι μαθητές με ειδικές ανάγκες. Τέλος, στην ταινία Η φάκα (2010) της Μαρίνας Δανέζη, η σκηνοθέτιδα καταπιάνεται με το θέμα της αποκατάστασης αναπήρων και όχι μόνο, κατακρίνοντας αιχμηρά τα κενά του συστήματος και αποτυπώνοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν αυτά τα άτομα.

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα 11-20 Μαρτίου 2011

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΣΕ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΣ
ΣΕΡΓΚΕΪ ΛΟΖΝΙΤΣΑ - ΕΛΕΝΑ ΤΡΕΣΤΙΚΟΒΑ


Το 13ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα αναδεικνύει μέσα από τα αφιερώματά του σε δημιουργούς, δυο κινηματογραφιστές με σημαντική συμβολή στο είδος του ντοκιμαντέρ. Το Φεστιβάλ τιμά τον πολυβραβευμένο ουκρανό ντοκιμαντερίστα Σεργκέι Λοζνίτσα/ Sergei Loznitsa, καθώς και την τσέχα δημιουργό Έλενα Τρεστίκοβα/ Helena Trestikova. Το αφιέρωμα στο Λοζνίτσα, ο οποίος θα παραβρεθεί στη διοργάνωση για να παρουσιάσει το έργο του, περιλαμβάνει συνολικά 11 ταινίες, ενώ στο πλαίσιο του αφιερώματος στην Τρεστίκοβα, θα προβληθούν 10 αντιπροσωπευτικά ντοκιμαντέρ της.

Σεργκέι Λοζνίτσα
Η έννοια της αντίληψης, ανθρώπινης, χρονικής ή χωρικής, παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στο σινεμά του Σεργκέι Λοζνίτσα. Τα κάδρα του, φαινομενικά απλά, κάθε άλλο όμως, υποκινούν το θεατή σε εγρήγορση. Σ’ αυτό ακριβώς αποσκοπεί και η έλλειψη αφήγησης, σήμα κατατεθέν στις ταινίες του ουκρανού κινηματογραφιστή. «Με τη χρήση του voice - over, προσφέρω τη δική μου οπτική κι αυτό στερεί απ’ το θεατή τη δυνατότητα να αποκτήσει τη δική του. Θέλω οι ταινίες μου να παροτρύνουν το θεατή, να τον οδηγούν στην αυτογνωσία, αλλά και στη συναίσθηση όσων έχουν πραγματικά σημασία», εξηγεί ο δημιουργός.
Πώς το επιτυγχάνει αυτό; Κινηματογραφώντας απλές, καθημερινές εκφάνσεις της ζωής - την κατασκευή ενός σπιτιού, το ψάρεμα, τη ρουτίνα ενός εργάτη – με τη μορφή ιστορικής μαρτυρίας. Καταγράφει τον κόσμο, όπως δεν θα υπάρξει ξανά. Ξεκινά απ’ το άμεσα αντιληπτό, για να αγγίξει πιο ευαίσθητες και κρυφές πτυχές. Ο Λοζνίτσα δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Η αισθητική, η φόρμα, το ύφος, λειτουργούν υπόγεια, διόλου εκκωφαντικά, επιτυγχάνοντας το επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι σκιάσεις αποτελούν αγαπημένο του ‘εργαλείο’. «Οι σκιές δημιουργούν ένα αίνιγμα που κάνει τον θεατή να σκεφτεί. Για τη σημασία τους μπορούμε να ανατρέξουμε στο μακρινό παρελθόν, όταν έκανε λόγο γι’ αυτές ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι», σημειώνει ο δημιουργός.
Η διαδρομή του Σεργκέι Λοζνίτσα στο ντοκιμαντέρ ξεκίνησε σε μια περίοδο της ζωής του, εξαιρετικά γόνιμη, όχι στην τέχνη, αλλά στην επιστήμη. Γεννήθηκε το 1964 στη Λευκορωσία. Λίγα χρόνια αργότερα, η οικογένειά του μετακόμισε στην Ουκρανία, όπου ο Λοζνίτσα σπούδασε εφαρμοσμένα μαθηματικά και συστήματα ελέγχου στο Πολυτεχνείο του Κιέβου. Από το 1987 έως το 1991 εργάστηκε στο Ινστιτούτο Κυβερνητικής Μηχανικής, στα πεδία των συστημάτων ελέγχου και της τεχνητής νοημοσύνης. Παράλληλα εργαζόταν και ως μεταφραστής ιαπωνικών. Εκείνη την περίοδο, ο πολυπράγμων Λοζνίτσα αναπτύσσει έντονο ενδιαφέρον για τον κινηματογράφο και το 1991, κάνει αίτηση και γίνεται δεκτός στο Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου της Ρωσίας, στη Μόσχα. Με τα πρώτα κιόλας δείγματα γραφής, ξεχωρίζει, κερδίζοντας σημαντικά βραβεία, αλλά και διεθνή αναγνώριση.
Πέρυσι, ο Λοζνίτσα υπέγραψε την πρώτη του ταινία μυθοπλασίας, με τίτλο My joy, κλέβοντας τις εντυπώσεις στο Φεστιβάλ των Κανών. Οι κριτικοί εκθείασαν τη γραφή του. Όσοι όμως είχαν παρακολουθήσει και θαυμάσει την πορεία του στο ντοκιμαντέρ, εντόπισαν όλα τα ευδιάκριτα στοιχεία, που προσδιορίζουν το έργο του: Την ωριμότητα, την απουσία αφηγητή, τη δυναμική των χαρακτήρων, την αισθητική αρτιότητα.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν τα πολυβραβευμένα ντοκιμαντέρ του, Revue (2008), ένα κολάζ προπαγανδιστικού αρχειακού υλικού του ’50 και του ’60 στην ΕΣΣΔ και Blockade (2005), μια σύνθεση ξαναμονταρισμένου αρχειακού υλικού για την Πολιορκία του Λένινγκραντ.
Στην εξαιρετικά πολυδιάστατη θεματολογία του Σεργκέι Λοζνίτσα, ιδιαίτερη θέση κατέχει η σχέση του με τη φύση, την οποία έχει υμνήσει μέσα από τα ντοκιμαντέρ του, όχι μέσα από την οπτική του φυσιολάτρη, αλλά μέσα απ’ τον αλληλένδετο σύνδεσμο φύσης – ανθρώπου και φύσης – ιστορίας. Στο Northern Light (2008), η κάμερα του Λοζνίτσα ταξιδεύει χιλιάδες χιλιόμετρα έξω απ’ την Αγία Πετρούπολη, σ’ ένα απομακρυσμένο χωριό, στη Ρωσία των ατελείωτων δασών και καλλιεργειών πατάτας. Εκεί όπου ο χρόνος μοιάζει να σταματά και τα κυρίαρχα φαινόμενα της φύσης επηρεάζουν άμεσα τις ζωές των ανθρώπων. Με τον ίδιο σεβασμό και υπομονή κινηματογραφεί το ρώσικο τοπίο, στο Life, Autumn (1998), μια υπενθύμιση των βασικών γραμμών της ζωής στη Ρωσία της υπαίθρου: χρόνος, οικογένεια, παιδιά, πρωινό, συζητήσεις, ευτυχία, θάνατος, ήλιος, χειμώνας. Απ’ το τοπίο της φύσης, ο φακός του μετατοπίζεται στο τοπίο προσώπων, στο Landscape (2003), μια φορμαλιστική άσκηση με πειραματική προσέγγιση που θυμίζει το avant-garde σινεμά του Μάικλ Σνόου.
Στον κινηματογράφο του Σεργκέι Λοζνίτσα, ο χρόνος γίνεται σχεδόν απτός. Άλλωστε όπως επισημαίνει και ο ίδιος, «το σινεμά, μας επιστρέφει το χαμένο χρόνο, τα πρόσωπα των ανθρώπων, γεγονότα και τοπία».


Έλενα Τρεστίκοβα

Εκπροσωπώντας το είδος ταινιών τεκμηρίωσης όπου η ίδια η ζωή «εισβάλλει» στην τέχνη, η τσέχα ντοκιμαντερίστρια Έλενα Τρεστίκοβα αιχμαλωτίζει ανθρώπινες ιστορίες που εξελίσσονται με αβίαστη φυσικότητα, απογυμνωμένες από κάθε σχολιασμό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο κακοποιός Ρενέ Πλασίλ, τη ζωή του οποίου κατέγραψε επί είκοσι χρόνια στην βραβευμένη ομώνυμη ταινία. Στις αρχές του ’90, όταν ο Ρενέ διέρρηξε το σπίτι της σκηνοθέτιδας, η Τρεστίκοβα «υπέκυψε» στην πρόκληση να συνεχίσει να τον κινηματογραφεί, απόφαση που μαρτυρά την τολμηρή και ριψοκίνδυνη πλευρά της δημιουργού. Όπως λέει και η ίδια: «Στοιχηματίζω στις αβεβαιότητες».
Γεννημένη στην Πράγα το 1959, η Έλενα Τρεστίκοβα αποφοίτησε από την φημισμένη σχολή FAMU, όπου διδάσκει από το 2002. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ξεκίνησε να εργάζεται στην τσέχικη τηλεόραση, ενώ έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στην πατρίδα της τη δεκαετία του ’80, χάρη σε μια σειρά τηλεοπτικών ντοκιμαντέρ με τίτλο Marriage studies, με θέμα τις ζωές έξι παντρεμένων ζευγαριών. Τέσσερα χαρακτηριστικά ντοκιμαντέρ της σειράς, θα προβληθούν στο 13ο ΦΝΘ. Η Τρεστίκοβα, έχει στο ενεργητικό της περισσότερα από τριάντα ντοκιμαντέρ, που της έχουν χαρίσει δεκάδες διακρίσεις, ανάμεσα σε αυτές και το βραβείο Ευρωπαϊκού Ταλέντου MEDIA.
«Συλλέγοντας μνήμες», όπως επισημαίνει η ίδια, αναδεικνύει πιστά την κοινωνική διάσταση της εκάστοτε θεματολογίας της. Θεμελιώνει το σκηνοθετικό στυλ της στις βασικές αρχές του ντοκιμαντέρ παρατήρησης, και παράλληλα το στοιχειοθετεί με συνεντεύξεις, φροντισμένη χρήση της μουσικής, αλλά και με την προσωπική της σχέση με τους ανθρώπους που παρατηρεί. Στις ταινίες της, η ψύχραιμη ματιά συνδιαλέγεται με την δίψα για κοινωνική δράση.
Συγκλονιστικές, αφηγήσεις που ξεπερνούν κάθε μυθοπλασία, με πρωταγωνίστριες γυναίκες που έπεσαν «θύματα» της Ιστορίας, ξετυλίγονται στα ντοκιμαντέρ Hitler, Stalin & I (2001), My lucky star (2004) και Sweet century (1997). Στρατόπεδα συγκέντρωσης, πολιτικές διώξεις, ζωές που νίκησαν το θάνατο και ανθρώπινες οδύσσειες με οικουμενική διάσταση, ζωντανεύουν μέσα από τα λεγόμενα χαρισματικών προσωπικοτήτων με απερίγραπτο θάρρος.
Ξεχωριστή θέση στη φιλμογραφία της κατέχει μια άτυπη τριλογία με πρωταγωνιστές ανθρώπους που βρίσκονται στο περιθώριο της κοινωνίας. Πρόκειται για τα βραβευμένα ντοκιμαντέρ Marcela (2007), Rene (2008) και Katka (2010). Η Τρεστίκοβα κινηματογράφησε τη ζωή της Μαρσέλα, μιας τραγικής φιγούρας, κινητοποιώντας απλούς πολίτες να τη στηρίξουν τόσο ηθικά, όσο και υλικά. Στην περίπτωση του Ρενέ, ο φακός της δημιουργού θέτει υπό εικοσαετή «επίβλεψη» έναν κακοποιό που μπαινοβγαίνει στις φυλακές από 17 ετών. Τέλος, η Κάτκα, μια ηρωινομανής που πασχίζει να απεξαρτηθεί και να ζήσει φυσιολογικά, γίνεται αντικείμενο παρατήρησης της Τρεστίκοβα για ένα διάστημα 14 ετών, ως μια γνήσια ηρωίδα με αξιοθαύμαστη συναισθηματική ένταση.
«Δεν μένω αδιάφορη και ασυγκίνητη μπροστά σε ό,τι βλέπω και καταγράφω», υποστηρίζει η Έλενα Τρεστίκοβα. Και εξηγεί: «Ελπίδα μου είναι οι ταινίες μου να δίνουν στον θεατή τροφή για σκέψη, έτσι ώστε το μήνυμά τους να ‘’ζει’’, κατά κάποιο τρόπο, μέσα σε εκείνον».