ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Ο ΥΜΝΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΕΚΛΟΚΕΝΤΑΥΡΟΥ

Φαντάσου έναν καρεκλοκένταυρο με αποκολλημένα τα πισινά του, να έρπει προς το νέο του αξίωμα. Μοιάζει με αλλόκοτο μαλάκιο, αηδιαστικά απροστάτευτο και εμετικά θλιβερό. Την ώρα που πανικόσυρτο, σπεύδει να οχυρωθεί στο νέο του κέλυφος. Ίσως, γι' αυτό και κανένας από τους γυμνόποδες αδελφούς μου, δεν το πατάει. Τόσο πολύ το σιχαίνονται.
Κώστας Ι. Γιαλίνης

ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΕ (Translate)

Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012

14ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα 9-18 Μαρτίου 2012

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΕΓΙΑΛ ΣΙΒΑΝ

Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε την Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012, ο προσκεκλημένος του 14ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης – Εικόνες του 21ου Αιώνα, ισραηλινός δημιουργός Εγιάλ Σιβάν, με αφορμή το αφιέρωμα που παρουσιάζει η διοργάνωση στο έργο του. Τον κορυφαίο εκπρόσωπο του πολιτικού ντοκιμαντέρ, γνωστό για τις αντισυμβατικές θέσεις που εκφράζει ως προς το παλαιστινιακό ζήτημα και την επίσημη πολιτική που πρεσβεύει το Ισραήλ, προλόγισε ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Εϊπίδης. Το συντονισμό της συζήτησης ανέλαβε ο Δημήτρης Κερκινός, ο οποίος επιμελήθηκε το αφιέρωμα.
«Πρόκειται για το αφιέρωμα σε έναν πραγματικά κορυφαίο δημιουργό, έναν άνθρωπο που επεξεργάζεται το μέσο του ντοκιμαντέρ με ιδιαίτερη ικανότητα, καθώς περιλαμβάνει όχι μόνο το ανθρωπιστικό μέρος της εικόνας αλλά και ισχυρές πολιτικές πεποιθήσεις, γεγονός που καθιστά το έργο του ακόμη πιο σημαντικό», τόνισε ο κ. Εϊπίδης και συνέχισε: «Αποτελεί μάθημα για εμάς αυτό το είδος κινηματογράφου».
Παίρνοντας το λόγο ο Εγιάλ Σιβάν, αναφέρθηκε στη σχέση του με το ισραηλινό κράτος: «Θεωρώ ότι η μεγάλη πρόκληση για μένα είναι η ριζοσπαστικοποίηση, το να έρχεσαι δηλαδή αντιμέτωπος με το ισραηλινό κράτος και την καθεστηκυία λογική του. Αυτό προσπαθώ να κάνω, δεδομένου ότι το Ισραήλ πρέπει πλέον να δεχθεί στο παλαιστινιακό ζήτημα μία άλλη προσέγγιση. Αποδέχομαι ωστόσο το γεγονός ότι δε με συμπαθούν, ούτε εγώ τους συμπαθώ, ωστόσο ο καλύτερος ας κερδίσει».
Αμέσως μετά, ο Σιβάν έκανε λόγο για τις αλλαγές που διακρίνει τα τελευταία χρόνια στο ζήτημα της σύγκρουσης Ισραήλ-Παλαιστίνης. «Πλέον θεωρώ την Παλαιστίνη και το Ισραήλ ως ένα είδος πολιτικού εργαστηρίου. Αυτό που νομίζω πως βελτιώθηκε είναι η δυνατότητα να προβάλλει κανείς ταινίες και απόψεις σαν τις δικές μου σε χώρους, όπως αυτό το φεστιβάλ. Είναι πλέον δυνατόν να προβάλλουμε στον κόσμο μία διαφορετική άποψη, άσχετα με το τι συμβαίνει στο Ισραήλ. Θεωρώ πως υπάρχει πλέον μια νέα ισορροπία δυνάμεων. Τελικά, ο θεατής είναι αυτός που κάνει τη διαφορά. Βήμα-βήμα, έχουμε φτάσει σε μία αυθόρμητη κινητοποίηση καθώς ακτιβιστές και από τις δύο πλευρές έχουν καταφέρει εδραιώσουν την παρουσία τους», υπογράμμισε ο σκηνοθέτης.
Μιλώντας για τον τρόπο με τον οποίον το ντοκιμαντέρ αποτυπώνει την πραγματικότητα, ο Εγιάλ Σιβάν, εξήγησε: «Γίνεται μία μόνιμη προσπάθεια σε παγκόσμιο επίπεδο να διαχωριστεί ο πραγματικός κόσμος από την αντίληψη που διατηρεί το κοινό για αυτόν. Σήμερα δίνεται πολύς χώρος σε ανθρώπους να ασχοληθούν με το ντοκιμαντέρ γιατί υπάρχει έντονη ανάγκη να συνδεθούμε με τον πραγματικό κόσμο. Όταν προβάλλεις ένα ντοκιμαντέρ, οι άνθρωποι γεμίζουν την αίθουσα ακριβώς από αυτή την ανάγκη. Αυτό που μας προσφέρει ένα ντοκιμαντέρ δεν είναι η μία και μόνη άποψη, αλλά η πολυμορφία απόψεων που συγκροτεί την πραγματικότητα».
Αναφορικά με τη νέα του ταινία, Κοινό Κράτος, Δυνητική Συζήτηση (1), η οποία κάνει πρεμιέρα στο 14ο ΦΝΘ, ο δημιουργός αποκάλυψε ότι κατάφερε να την ολοκληρώσει μόλις μια εβδομάδα πριν την έναρξη του φεστιβάλ και πως αντίθετα με όσα τον συμβούλευαν φίλοι του στη Γαλλία, εκείνος ξεκαθάρισε το λόγο που προτίμησε να την προβάλλει για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη: «Ακόμα και αν μπορούσα να διαλέξω ανάμεσα στο Βερολίνο και τη Θεσσαλονίκη, θα προτιμούσα τη Θεσσαλονίκη, καθώς αυτός θα ήταν ο μόνος τρόπος να ευχαριστήσω τους ανθρώπους που με κάλεσαν εδώ. Επομένως, μπορείτε να πείτε ότι τους προσφέρω αυτή την πρεμιέρα ως αντάλλαγμα». Το θέμα της ταινίας, βασίζεται σε ένα βιβλίο του ίδιου που θα κυκλοφορήσει στο Παρίσι στις 23 Μαρτίου. «Έχει ως θέμα τη Μεσόγειο και τον Ιορδάνη ποταμό. Στην ταινία συνομιλώ με ανθρώπους που πιστεύουν πως η λύση του προβλήματος μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης δεν είναι η διαίρεση, όπως προπαγανδίζεται εδώ και δεκαετίες, αλλά το ενιαίο κράτος. Μέσα από αυτή την ταινία αντιστρέφω την εγκαθιδρυμένη λογική και ξεκινώ από το συλλογισμό πως το όλο πρόβλημα ξεκινά από τη διαίρεση, οπότε αυτό που ζητώ είναι να οραματιστεί ο κόσμος ένα ενιαίο κράτος όπου Παλαιστίνιοι και Ισραηλινοί θα ζουν αρμονικά», σημείωσε ο Εγιάλ Σιβάν.
Σε ερώτηση για το πως αντιμετωπίζουν στο Ισραήλ τις ταινίες του, ο Σιβάν είπε χαρακτηριστικά: «Οι περισσότερες έχουν παρουσιαστεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ωστόσο επίσημα έχουν παιχτεί δύο. Παρότι οι ταινίες μου δεν προβάλλονται στις αίθουσες, αποτελούν αντικείμενο μελέτης σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Στον Σπεσιαλίστα, για παράδειγμα γίνονται συχνά αναφορές τόσο από κριτικούς κινηματογράφου, όσο και από καθηγητές πανεπιστημίου, ενώ πολλά ντοκιμαντέρ μου έχουν αποτελέσει έναυσμα συναντήσεων και συζητήσεων μεταξύ ακτιβιστών, τόσο Ισραηλινών όσο και Παλαιστινίων».
Στο θέμα της αντικειμενικότητας και της υποκειμενικότητας στο ντοκιμαντέρ, ο Εγιάλ Σιβάν, ξεκαθάρισε πως δεν είναι αντικειμενικός, καθώς «μόνο όσοι έχουν εξουσία παριστάνουν τους αντικειμενικούς. Τόσο η υποκειμενικότητα όσο και η αντικειμενικότητα έχουν να κάνουν με την οπτική μας γωνία. Το ζητούμενο είναι λοιπόν να γίνονται δεκτές αυτές οι διαφορετικές απόψεις, αφού μόνο η συσσώρευση αυτών των υποκειμενικοτήτων είναι ικανή να μας δώσει μία ουσιαστική απεικόνιση της πραγματικότητας».

Ο δημιουργός δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην ελληνική κρίση, συνδέοντάς την με όσα συμβαίνουν σε παγκόσμιο επίπεδο. «Η σύρραξη μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης είναι επί της ουσίας ένα αμιγώς ευρωπαϊκό ζήτημα και έχει αφετηρία τη σχέση της Ευρώπης τόσο με το Ισλάμ όσο και τον Ιουδαϊσμό. Απ’ την άλλη πλευρά, οι Έλληνες γνωρίζουν ότι αυτή η κρίση για την οποία όλοι μιλούν, αποτελεί παράλληλα και μία ευκαιρία για απο-αποικιοποίησή της από την Ευρώπη. Η Δύση μπορεί να εγκατέλειψε τυπικά τις αποικίες εδώ και καιρό, ωστόσο η αποικιοκρατική νοοτροπία παραμένει. Όταν κάποιοι κάνουν λόγο για τεμπέληδες Έλληνες και Ισπανούς, μεταχειρίζονται επί της ουσίας έναν καθαρά αποικιακό λόγο. Αυτό που εγώ θεωρώ ιερό και που πρέπει πάση θυσία να διατηρηθεί είναι η ευρωπαϊκή ταυτότητα, με την ανθρωπιστική της έννοια και όχι με την εθνικιστική».
Ο Εγιάλ Σιβάν κατέληξε με μία προτροπή προς τους Έλληνες: «Δε θα πρέπει να ξεπουληθείτε στη Δύση», ενώ δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει και πάλι τους διοργανωτές του φεστιβάλ για τη φιλοξενία και την πρόσκληση: «Είμαι μία ζωή ένας αντιφρονών άνθρωπος και το γεγονός ότι με υποδέχεστε με τόση θέρμη είναι εξαιρετικό. Τι παραπάνω μπορώ να περιμένω;».

ΜΕ ΛΕΝΕ ΣΤΕΛΙΟ / Ο ΤΥΦΛΟΣ ΨΑΡΑΣ / ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ

Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν την Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012, στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, οι σκηνοθέτες Γιάννης Κασπίρης (Με λένε Στέλιο), Στρατής Βογιατζής και Θέκλα Μαλάμου (Ο τυφλός ψαράς), Ελισάβετ Λαλουδάκη και Μάσιμο Πιτσοκάρο (Perah Istar) και Ήρα Ντίκα (Σταυρούλα), οι ταινίες των οποίων συμμετέχουν στο διεθνές πρόγραμμα της διοργάνωσης.
Το ντοκιμαντέρ Perah Istar των Ελισάβετ Λαλουδάκη και Μάσιμο Πιτσοκάρο είναι αφιερωμένο στη συνύπαρξη ανθρώπων και περιστεριών, με φόντο το αστικό τοπίο. «Πριν την ταινία, η σχέση μας με τα περιστέρια ήταν ανύπαρκτη. Δε μας αρέσει να γυρίζουμε ταινίες για πράγματα με τα οποία συνδεόμαστε με κάποιο τρόπο, γιατί έτσι χάνεται ένα μεγάλο κομμάτι της χαράς του να μαθαίνουμε γι’ αυτά, κάτι που μας αρέσει πολύ», είπαν οι σκηνοθέτες. Όσον αφορά στην απόφαση για τη δημιουργία της ταινίας η κ. Λαλουδάκη εξήγησε: «Θέλαμε να εστιάσουμε στη σχέση του ανθρώπου με τα ζώα στο αφιλόξενο αστικό περιβάλλον. Σκεφτήκαμε πως το κατεξοχήν αδέσποτο της πόλης δεν είναι ο σκύλος, αλλά το περιστέρι και κινηθήκαμε διαισθητικά. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η αντίθεση ανάμεσα στο ένδοξο παρελθόν του περιστεριού, ενός από τα πρώτα ζώα που εξημέρωσε ο άνθρωπος, και στο αρνητικά φορτισμένο παρόν τους. Πρόκειται για μια μικρογραφία της σχέσης του ανθρώπου με τα ζώα. Το περιστέρι εξημερώθηκε, εκμεταλλεύτηκε κατά κόρον, εξιδανικεύτηκε, έγινε φορέας θετικών μηνυμάτων, σύμβολο της ειρήνης, το συναντάμε στην Τέχνη, αλλά από τη στιγμή που αρχίζει να δημιουργεί πρόβλημα, ξεκινά και η συστηματική δυσφήμισή του. Στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο μεγάλο το πρόβλημα, ούτε πρόκειται να μας εξοντώσει το περιστέρι. Αν επρόκειτο, αυτό θα είχε ήδη συμβεί». Η σκηνοθέτιδα χαρακτήρισε τη διαδικασία ως «ένα ευχάριστο και αποκαλυπτικό ταξίδι για κάτι που φαίνεται ασήμαντο», ενώ ο κ. Πιτσοκάρο συμπλήρωσε: «Μετά από την ταινία άλλαξε η σχέση μας με τα περιστέρια. Πλέον όταν περπατάμε, τα βλέπουμε, τα προσέχουμε».
Η καθημερινότητα ενός ψαρά από τη Χίο, ο οποίος έχασε την όρασή του και το ένα του χέρι σε ηλικία 11 ετών ωστόσο επί 60 χρόνια συνέχισε να ψαρεύει, εκτυλίσσεται στο ντοκιμαντέρ Ο τυφλός ψαράς των Στρατή Βογιατζή και Θέκλας Μαλάμου. Η σκηνοθέτιδα αναφέρθηκε στη γνωριμία τους με τον ψαρά: «Ο κυρ Γιάννης ήρθε κάπως τυχαία στη ζωή μας. Ενώ βρισκόμασταν στη Χίο, μια ηλικιωμένη γυναίκα που πήγαινε να τον συναντήσει, μας έκανε ωτοστόπ. Ο Στρατής είχε ακούσει για αυτόν κι έτσι τον γνωρίσαμε την επόμενη μέρα, πήγαμε βόλτα μαζί του στην θάλασσα και θελήσαμε να τον κινηματογραφήσουμε». Ως προς τις δυσκολίες στην υλοποίηση της ταινίας, η κ. Μαλάμου σημείωσε: «Αρχικά, ο κυρ Γιάννης χρειάστηκε περισσότερο χρόνο για να μας καταλάβει και να μας αποδεχτεί. Εν τέλει όμως, νομίζω ότι η πιο δύσκολη στιγμή ήταν αυτή του αποχωρισμού, παρά της προσέγγισης». Και πρόσθεσε: «Δε έδειχνε ότι δυσκολεύεται στην καθημερινότητά του. Εγώ το θυμόμουν όταν βράδιαζε και τότε, στο σκοτάδι, καταλάβαινα ότι έτσι είναι γι’ αυτόν πάντα». Με τη σειρά του, ο κ. Βογιατζής παρατήρησε: «Δεν υπήρξε στιγμή λύπησης ή οίκτου. Πρόκειται για έναν απίστευτα ζωντανό χαρακτήρα. Είχαμε την αίσθηση ότι κάναμε ένα ταξίδι με ένα σοφό άνθρωπο για δύο λόγους: πρώτον, γιατί περνούσαμε υπέροχα μαζί του και δεύτερον, επειδή ζούσε στο τώρα εκατό τοις εκατό. Είναι ένας φυσιολογικός άνθρωπος που βιώνει τη ζωή στην ολότητα της χωρίς να χάνει ούτε νότα από την ανθρώπινη μελωδία». Κλείνοντας, ο σκηνοθέτης σημείωσε: «Σε αυτή την ιστορία είναι σημαντικό ότι ο κυρ Γιάννης καταφέρνει να ορίζει το πεπρωμένο του. Χρειαζόμαστε τέτοιες ιστορίες ειδικότερα αυτή την εποχή. Μας βοηθούν περισσότερο να αισθανθούμε τη ζωή, από το να την ερμηνεύσουμε. Αυτό το ντοκιμαντέρ αποτελεί κομμάτι ενός ταξιδιού-project που επιθυμούμε να κάνουμε ανά την Ελλάδα, αναζητώντας τέτοιες ιστορίες και φέρνοντάς τις στο προσκήνιο, ώστε να αναδείξουμε τη σπουδαιότητα της ανθρώπινης ιστορίας».
Στη συνέχεια, το λόγο πήρε η σκηνοθέτιδα Ήρα Ντίκα, η οποία μέσα από το ντοκιμαντέρ Σταυρούλα, παρακολουθεί μια μέρα από τη ζωή αυτής της 86χρονης γυναίκας. Η δημιουργός μίλησε για τη γνωριμία της με την ηρωίδα: «Η Σταυρούλα ήταν κάθε μέρα σπίτι μου, καθώς τη φρόντιζε η μητέρα μου, αλλά δεν την είχα δει πραγματικά ώσπου να πάρω την κάμερα στο χέρι. Γνώρισα έτσι έναν άνθρωπο και μάλιστα το βασικότερο για μένα ήταν πως είδα έναν ηλικιωμένο άνθρωπο ο οποίος ήταν ξανά μωρό». Όσο για τη σχέση μεταξύ τους, η σκηνοθέτιδα παρατήρησε: «Η Σταυρούλα δεν είχε πρόβλημα με την κάμερα, με γνώριζε και με εμπιστευόταν αρκετά. Από τη στιγμή που αποφάσισα να παρατηρήσω κάποιον, έπρεπε να το κάνω χωρίς να αποφασίσω ότι δεν πρέπει να δείξω κάτι». Η προσωπικότητα της Σταυρούλας είναι πολύ ξεχωριστή. «Μου άρεσε πάρα πολύ το γεγονός ότι μπορεί να ήταν γερασμένη και νοσταλγική πολλές φορές, αλλά διάθετε πάντα μια χαρούμενη διάθεση. Μπορεί μέσα από την ταινία να μιλώ για το γήρας, ωστόσο ήταν μια ευχάριστη διαδικασία, αφού και η Σταυρούλα είναι αισιόδοξη σαν άνθρωπος. Υπήρξε ποιήτρια και δασκάλα και το μεγάλο της παράπονο ήταν ότι ο άντρας της, τον οποίο αγαπούσε πάρα πολύ, επειδή ήταν πολύ ερωτευμένος και ζήλευε δεν την άφησε να συνεχίσει να διδάσκει. Ακόμα κάθομαι μαζί της, την ακούω, μπορεί και να την ξανακινηματογραφήσω, γιατί κάθε φορά που μιλάμε είναι ξεχωριστή», επεσήμανε η σκηνοθέτιδα.
Με αφετηρία το θέμα της «διαφορετικής φυσιολογικότητας» ως εισαγωγή στη δική του ταινία, ο σκηνοθέτης Γιάννης Κασπίρης μίλησε για το ντοκιμαντέρ Με λένε Στέλιο, όπου καταγράφει την καθημερινότητα του Στέλιου Κυμπουρόπουλου. Ο Στέλιος είναι γιατρός - πέρασε με κορυφαία βαθμολογία στην Ιατρική - και τετραπληγικός. Για τη γνωριμία του με τον ήρωα ο σκηνοθέτης είπε: «Ο Στέλιος ήρθε και μου έπιασε συζήτηση στην προβολή μιας ταινίας που είχα κάνει με θέμα τη σχιζοφρένεια. Θυμάμαι ότι μετά από πολλή ώρα που μιλούσαμε, συνειδητοποίησα ότι έπειτα από το πρώτο σοκ που όλοι εμείς οι νεοέλληνες παθαίνουμε απέναντι στους ανάπηρους, τους διαφορετικούς, τους γέροντες κλπ, τον αντιμετώπισα σε ισότιμη βάση. Του είπα “έτσι νιώθω απέναντί σου, μήπως να κάνουμε μια ταινία και να δείξουμε έτσι τα πράγματα;». Ο Στέλιος συμφώνησε και πρότεινε να κάνουμε ένα ντοκιμαντέρ για το κίνημα Ανεξάρτητη Διαβίωση της Βόρειας Ευρώπης και όχι για τη ζωή του. Στην πορεία μάλλον τον ξεγέλασα όμως, διότι δεν ασχολήθηκα με αυτό το θεωρητικό μέρος αλλά το άφησα να εννοηθεί». Ο κ. Κασπίρης εξομολογήθηκε: «Είχα αγωνία στην προβολή της ταινίας στο 14ο ΦΝΘ, γιατί μετά από ενάμιση χρόνο γυρισμάτων, ο Στέλιος και οι γονείς του δεν είχαν δει το φιλμ. Νομίζω όμως ότι ξεπεράστηκε αυτή η ανησυχία. Σε αυτό βοήθησε και ο διευθυντής του ΦΚΘ, Δημήτρης Εϊπίδης, και θέλω να τον ευχαριστήσω, καθώς φρόντισε να έρθουν στη Θεσσαλονίκη και να είναι παρόντες στην προβολή». Ο δημιουργός σημείωσε: «Υπάρχουν προκαταλήψεις και αυτό είναι θέμα παιδείας. Θέλω να ελπίζω ότι ο Στέλιος σε αυτή την ταινία μεταφέρει ένα αισιόδοξο μήνυμα, ειδικά σε αυτούς τους καιρούς που ζούμε. Ο λόγος που καταπιάστηκα με το συγκεκριμένο θέμα ήταν ότι προσπάθησα να ξεπεράσω την προσωπική μου κατάθλιψη με όλα αυτά που συμβαίνουν και θεωρώ ότι μέσα από το Στέλιο γεννιέται μια θετική άποψη για τη ζωή». Ο κ. Κασπίρης επεσήμανε: «Ο Στέλιος τα βλέπει πολύ αισιόδοξα και στην καθημερινότητά του όλοι τον αγκαλιάζουν, πράγμα που το εκφράζει. Μεταφέρει τη διαφορετικότητά του και το μήνυμα να μην τον λυπούνται, ότι είναι ισότιμος. Είναι σπουδαίο μυαλό και διαθέτει ήθος, απλά δε θέλει να έχει μια διαφορετική αντιμετώπιση, επιθυμεί ό,τι ισχύει για όλους να ισχύει και για εκείνον».

KOYBENTIAZONTAΣ 13/3


Το τρίτο «Κουβεντιάζοντας» πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 13 Μαρτίου 2012 στην αίθουσα Excelsior του ξενοδοχείο Electra Palace, στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Στην συζήτηση συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Αμαλία Ζέπου και Λυδία Καρρά (Ξερολιθιές. Στηρίγματα στο Αιγαίο), Νίκος Κατσαούνης και Νίνα Μαρία Πασχαλίδου (Κrisis), Γκάι Νταβίντι (Πέντε σπασμένες κάμερες), Μάγκνους Γκέρτεν (Το λιμάνι της ελπίδας), Έρικ Μπλακ και Φράουκε Ζάντιχ (Καρδιά του ουρανού, καρδιά της γης), Γκαστόν Σολνίτσκι (Papirosen) και η Μάργκρετ Γιονασντότιρ, παραγωγός της ταινίας Οι τελευταίες ημέρες της Αρκτικής του Μάγκνους Βίνταρ Σίγκουρδσον.
Η ιστορία αλλά και ο αγώνας των Μάγια για την προστασία του τόπου τους από την οικολογική και πολιτισμική ισοπέδωση, είναι το κεντρικό θέμα του ντοκιμαντέρ Καρδιά του ουρανού, καρδιά της γης, των Έρικ Μπλακ και την Φράουκε Ζάντιχ. «Καταπιαστήκαμε με ένα θέμα πολύ αγαπητό σε εμάς. Θέλαμε να μιλήσουμε για τα δικαιώματα των ιθαγενών χωρίς όμως να κάνουμε ένα ανθρωπολογικό φιλμ. Αντί αυτού προτιμήσαμε να τους παρουσιάσουμε όπως ήθελαν αυτοί και να τους δώσουμε το λόγο» εξήγησε ο κ. Μπλακ και πρόσθεσε: «Πραγματικά τους ερωτευτήκαμε. Μας δέχτηκαν στα σπίτια τους, μας έδειξαν σεβασμό και εμπιστοσύνη». Η κ. Ζάντιχ, από την πλευρά της, επεσήμανε μια αναπάντεχη ανακάλυψη: «Με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι οι Μάγια δεν μίλησαν ποτέ για το τέλος του κόσμου το 2012 και ότι αυτός ο μύθος δεν είναι γραμμένος πουθενά. Το αληθινό τέλος, όμως, είναι όχι το τέλος του κόσμου, αλλά για τους Μάγια είναι το τέλος του καθαρού νερού, το τέλος του ντόπιου καλαμποκιού, το τέλος της υγιούς διαβίωσης στο βουνό εξαιτίας του ορυχείου, η καταστροφή των τροπικών δασών. Πρόκειται ωστόσο για ένα πολύ δυνατό λαό, ο οποίος πρεσβεύει μια θεωρία εκ διαμέτρου αντίθετη προς την ισχύουσα δυτική».
Σε μια επίσης ανήσυχη γωνιά του πλανήτη, την Παλαιστίνη, διαδραματίζεται η ταινία Πέντε σπασμένες κάμερες των Εμάντ Μπουρνάτ και Γκάι Νταβίντι. Ο τελευταίος έδωσε το παρών στο 14ο ΦΝΘ, μιλώντας για το πώς προέκυψε το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ. Ο κ. Νταβίντι το 2005 βρέθηκε στο χωριό Μπιλίν στη Δυτική Όχθη συμμετέχοντας στο διεθνές κίνημα ακτιβιστών ενάντια στην ύψωση διαχωριστικού τείχους μεταξύ ισραηλινών και παλαιστίνιων οικισμών. Εκεί τράβηξε υλικό ως κινηματογραφιστής, το οποίο όμως δεν αξιοποίησε μέχρι το 2009, όταν τον προσέγγισε ένας παλαιστίνιος αγρότης και ερασιτέχνης κινηματογραφιστής του χωριού, ο Εμάντ Μπουρνάτ, έχοντας στη διάθεσή του υλικό από ό,τι είχε συμβεί εκείνο το διάστημα στο Μπιλίν, επιθυμώντας να κάνουν μαζί μια ταινία. «Η πράξη της βιντεοσκόπησης και καταγραφής είναι μια πολύ ιδιαίτερη πράξη σε αυτά τα μέρη. Ρισκάρεις τη ζωή σου», σημείωσε ο κ. Νταβίντι. Παρά το ότι έχουν γίνει πολλές ταινίες με αυτό το θέμα, η ιδέα να ειπωθεί η ιστορία εκ των έσω ήταν αυτό που κινητοποίησε τον δημιουργό. «Ο Εμάντ ήταν πάντοτε εκεί. Όταν τελείωναν οι διαμαρτυρίες και οι δημοσιογράφοι έφευγαν, εκείνος συνέχιζε να τραβάει πλάνα, για παράδειγμα τα βράδια όταν οι στρατιώτες έμπαιναν στο χωριό για να συλλάβουν νεαρούς, με την κατηγορία ότι πετούσαν πέτρες», εξήγησε.
Από την πλευρά του, ο Μάγκνους Γκέρτεν στην ταινία Το λιμάνι της ελπίδας, αφηγείται τη διάσωση χιλιάδων εβραίων από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τη μεταφορά τους στο λιμάνι Μάλμε της Σουηδία, τη γενέτειρά του. Ο σκηνοθέτης είπε πως ο πατέρας του σε ηλικία 15 χρονών είχε ζήσει τη μέρα της έλευσης των καραβιών με τους διασωθέντες στο λιμάνι και πάντα τον παρακινούσε να κάνει αυτή την ταινία. «Του έλεγα ότι μόνο αν είχα το κατάλληλο υλικό που θα έδειχνε τους ανθρώπους αυτούς να στέκονται εκεί τις πρώτες στιγμές της ελευθερίας τους, ίσως να μπορούσα να κάνω μια τέτοια ταινία. Τελικά, αφού το ανακάλυψα, έπρεπε να βρω και την ταυτότητα αυτών των ανθρώπων, κάτι που αρχικά θεωρούσα αδύνατο. Όμως ο πατέρας μου, έπειτα από μήνες ερευνών της λίστας επιβατών, με βοήθησε να εντοπίσω τους επιζώντες και να ξεκινήσω», υπογράμμισε ο δημιουργός.
Στον πατέρα του αναφέρθηκε και ο σκηνοθέτης Γκαστόν Σολνίτσκι μιλώντας για την ταινία του Papirosen, εξηγώντας ότι ο πατέρας του «μεταμορφώθηκε» εξίσου κατά τη διάρκεια της ταινίας όσο και ο ίδιος. Το ντοκιμαντέρ διερευνά την αργεντινο-εβραϊκή οικογένεια του δημιουργού, σε ένα διάστημα δέκα ετών. «Έκανα την ταινία για την οικογένειά μου, ψάχνοντας φαντάσματα μέσα σε αυτή, ήταν μια διαδικασία εξορκισμού για μένα. “Papirosen” είναι το όνομα ενός παλιού τραγουδιού και στη κουλτούρα μας έχει πολλές ενδιαφέρουσες πτυχές» είπε ο κ. Σολνίτσκι. Ο σκηνοθέτης ομολόγησε ότι είναι η πρώτη φορά που έρχεται αυτοπροσώπως σε φεστιβάλ ντοκιμαντέρ, ενώ πρόσθεσε: «Θα έλεγα ότι οι ταινίες μου έχουν να κάνουν με την αγάπη και το θάνατο και είναι ντοκιμαντέρ, αλλά όχι μόνο. Όπως και στην προηγούμενη ταινία μου έτσι και σε αυτή τράβηξα πάνω από 160 ώρες υλικού και το μοντάζ μου πήρε σχεδόν δύο χρόνια. Με αυτή την έννοια, είναι και οι δύο σημαντικές για μένα, φτιαγμένες με “χειροποίητο” τρόπο».

Επίκαιρη, με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα είναι η ταινία Κrisis των Νίνας Μαρίας Πασχαλίδου και Νίκου Κατσαούνη. «Η ταινία είναι για την ελληνική κρίση, αλλά όχι με τον τυπικό τρόπο. Πρόκειται για το αποτέλεσμα του project The Prism, το πρώτο multimedia project στην Ελλάδα όπου 14 φωτορεπόρτερ εκπαιδεύτηκαν και έκαναν τις δικές τους ταινίες. Καταλήξαμε με 27 ταινίες μικρού μήκους από όλη την Ελλάδα, ενώ στο website υπάρχει επιπλέον πληθώρα φωτογραφιών και κειμένων, που δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της Ελλάδας στην περίοδο της κρίσης», υπογράμμισε η κ. Πασχαλίδου. Όσο για τον τίτλο του ντοκιμαντέρ, η ίδια είπε: «Προέρχεται από τη λέξη ‘’κρίνω’’, υπονοώντας πως είναι σημαντικό να διαμορφώσει ο καθένας τη δική του γνώμη για την κατάσταση». Από την πλευρά του, ο Νίκος Κατσαούνης, ο οποίος έχει ζήσει το περισσότερο μέρος της ζωής του στο εξωτερικό, δήλωσε: «Χρησιμοποίησα αυτό το project σαν ένα μέσο να μάθω την Ελλάδα. Το πιο συναρπαστικό κομμάτι ήταν αυτό των workshops με τους φωτογράφους. Είναι μια μοναδική συγκυρία όσον αφορά στην τεχνολογία, καθώς μπορούμε να μοιραστούμε τις γνώσεις, τις ιστορίες μας και να δημιουργήσουμε συλλογικά, υπερβαίνοντας τη σφαίρα της παραδοσιακής δημιουργίας φιλμ. Για μένα ήταν μια δικαιολογία να χρησιμοποιήσω τη δημιουργικότητα ώστε να σχετιστώ με ανθρώπους, να μάθω, να μοιραστώ».
Η επίσης ελληνική ταινία Ξερολιθιές. Στηρίγματα στο Αιγαίο των Αμαλίας Ζέπου και Λυδίας Καρρά, αναφέρεται στη διαδικασία αποκατάστασης μιας κατεστραμμένης ξερολιθιάς με παραδοσιακό τρόπο. «Δεν είχαμε σκοπό να κάνουμε ταινία, αλλά να αναστηλώσουμε τον τοίχο, γι’ αυτό και οργανώσαμε μια ομάδα εθελοντών. Απλώς συνέβη να έχουμε μια κάμερα για να κρατούμε σημειώσεις για τις λεπτομέρειες της τεχνικής. Μοντάραμε το βίντεο αρχικά για να το δώσουμε ως δώρο στους εργάτες που βοήθησαν και ίσως για να το δείξουμε σε άλλα μέρη στην Ελλάδα, ώστε να ενθαρρύνουμε την αποκατάστασή των ξερολιθιών, αλλά δεν φανταζόμασταν ότι θα βρισκόμασταν σε Φεστιβάλ», είπε η κ. Ζέπου. Η κ. Καρρά έδωσε έμφαση στη αλλαγή στάσης που επέδειξαν οι ντόπιοι χτίστες, οι οποίοι αρχικά ήταν διστακτικοί, αλλά βλέποντας το ενδιαφέρον των εθελοντών ένιωσαν περηφάνια και αισιοδοξία για τον τόπο τους. «Συμβολικά νομίζω ότι δείχνει ότι εμείς οι Έλληνες ό,τι κι αν συμβεί μπορούμε να αρχίσουμε να ξαναχτίζουμε», πρόσθεσε η ίδια.
Στη συνέχεια, η Μάργκρετ Γιονασντότιρ μίλησε για την ταινία Οι τελευταίες ημέρες της Αρκτικής, με θέμα τον διάσημο φωτογράφο Ράγκναρ – RAX- Άξελσον ο οποίος, κάτω από δύσκολες συνθήκες αποτυπώνει το πορτρέτο της Αρκτικής. «Ο RAX είναι ένας περιπετειώδης φωτογράφος που δε ικανοποιείται μέχρι να παγώσει ή μέχρι να κινδυνεύσει από ένα ηφαίστειο» είπε χαρακτηριστικά η κ. Γιονασντότιρ. Ο φωτογράφος μεγάλωσε σε μια απομακρυσμένη φάρμα στην Ισλανδία, εξοικειώθηκε με τη φύση και αυτή είναι η εμμονή του έκτοτε. «Φωτογραφίζει ψαράδες, τρόπους ζωής του Βορρά που εξαφανίζονται και ανθρώπους που έχουν επιλέξει να μένουν μόνοι τους, ενώ έχει περάσει πολύ καιρό στη Γροιλανδία φωτογραφίζοντας κυνηγούς, η επιβίωση των οποίων τώρα διακυβεύεται λόγω των κλιματικών αλλαγών», είπε η κ. Γιονασντότιρ.
Σχετικά με τις δύσκολες θεματικές στο ντοκιμαντέρ και το εάν αυτό μπορεί να λειτουργήσει ακτιβιστικά, ο Νίκος Κατσαούνης τόνισε: «Μετά την εμφάνιση του youtube έγινε φανερό ότι έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε τις ιδέες των ανθρώπων. Μαζί με αυτό έρχεται μεγαλύτερη ευθύνη και αναπόφευκτα μια ταινία αποκτά πολιτική διάσταση». Από την πλευρά του, ο Γκαστόν Σολνίτσκι σχολίασε: «Η πραγματικότητα εμπεριέχει τις δυσκολίες, δεν μπορεί να απλοποιηθεί περισσότερο. Αν ήθελα να τις αποφύγω, θα έφτιαχνα μόνο ταινίες μυθοπλασίας. Η διαδικασία και η ολοκλήρωση είναι θεραπευτική για μένα και πιστεύω ότι το χιούμορ μπορεί να ενσωματωθεί και σε δύσκολα θέματα». Ο Γκάι Νταβίντι δήλωσε ότι, σε αντίθεση με τον συνσκηνοθέτη του Εμάντ Μπουρνάτ που θεωρεί ότι ο πρωτεύων στόχος μιας ταινίας είναι να συμβάλλει στην αλλαγή, ο ίδιος πιστεύει ότι είναι εξίσου σημαντικό να αλλάξει η γενικότερη αντίληψη και αυτο-αντίληψη που συντελεί στο διαχωρισμό ανάμεσα σε θύτες και θύματα. «Τείνουμε να ερωτοτροπούμε με τον πόνο και να ωραιοποιούμε τα θύματα», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.

ΑΓΟΡΑ - ΕΝΑΡΞΗ


Τα Μυστικά της Αγοράς μια νέα καινοτομία της Αγοράς Ντοκιμαντέρ του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης εγκαινιάστηκε την Τρίτη 13 Μαρτίου 2012, στην αίθουσα Excelsior του Electra Palace, στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Τη δράση, η οποία αποτελεί έναν πολύτιμο πρακτικό οδηγό για ντοκιμαντερίστες και θα διαρκέσει ως την Παρασκευή 16/3, εγκαινίασε ο παραγωγός και σκηνοθέτης Πίτερ Γουιντόνικ / Peter Wintonick, με επίκεντρο το πεδίο της συμπαραγωγής (co-production) μιας ταινίας τεκμηρίωσης.
Κάνοντας μια σύντομη εισαγωγή, ο κ. Ουιντόνικ αναφέρθηκε στον όρο «συμπαραγωγή» και την ανάγκη ελάττωσης των επιπέδων της, τα οποία παρεμβάλλονται μεταξύ της αρχικής ιδέας και της υλοποίησής της, με στόχο να εξηγήσει τους διαφορετικούς τρόπους συνεργασιών και μοντέλων συμπαραγωγής. Αφού παρομοίασε τη συμπαραγωγή ενός ντοκιμαντέρ με τρενάκι λούνα παρκ, που σπανιότατα ακολουθεί ομαλή πορεία, έκανε λόγο για την ανάγκη δημιουργίας ενός κλίματος ομοφωνίας μεταξύ των συνεργαζομένων μερών. Επεσήμανε την ανάγκη ομαλής επικοινωνίας και υψηλό επίπεδο επικοινωνιακών δεξιοτήτων, προκειμένου να αποφευχθούν όσο το δυνατόν νωρίτερα πιθανές παρανοήσεις. Επίσης, ο κ. Ουιντόνικ τόνισε τη σημασία του προθέματος «συν», πριν τον όρο «παραγωγή», ο οποίος παραπέμπει στην προϋπόθεση εύρεσης κοινού τόπου και αμοιβαιότητας μεταξύ των συνεργατών. Ο ίδιος, με εμπειρία 35 ετών στην παραγωγή ντοκιμαντέρ και έχοντας μελετήσει όλο το φάσμα του πεδίου συνεργασιών της κινηματογραφικής αγοράς, υπογράμμισε και την ανάγκη συμβιβασμών.
Αναφερόμενος στο καναδικό μοντέλο χρηματοδότησης για την υλοποίηση ενός ντοκιμαντέρ, ο κ. Ουιντόνικ το παραλλήλισε με την πολυπλοκότητα των επιπέδων της Κόλασης του Δάντη, καθώς, όπως σημείωσε: «Από ολόκληρη τη φιλμική διαδικασία, είναι ελάχιστος ο χρόνος που μας προσφέρεται σε εμάς τους δημιουργούς εκείνη η ασύγκριτη απόλαυση, τα 8 λεπτά ευχαρίστησης που συμπεριλαμβάνουν την εύρεση της αρχικής ιδέας, μια τέλεια λήψη, ένα πραγματικά ουσιώδες μοντάζ ή το χειροκρότημα του κοινού. Η υπόλοιπη μακριά και επίπονη διαδικασία απαιτεί από μας να βρούμε τον τρόπο να πείσουμε εκείνους που έχουν λεφτά να μας τα εμπιστευτούν».
Αμέσως μετά, ο κ. Ουιντόνικ πέρασε σε αυτά που ορίζει ως πέντε επίπεδα της συμπαραγωγής. Το κυριότερο υποστήριξε ότι είναι «η ατέρμονη συζήτηση με τον ίδιο σου τον εαυτό ανάμεσα στην ρεαλιστική πλευρά και εκείνη του ονειροπόλου». Το επόμενο επίπεδο αφορά την επικοινωνιακή ικανότητα, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των κινηματογραφικών παραγωγών απαιτεί τη σύναψη λειτουργικών συνεργασιών στις οποίες εμπλέκονται πολλά άτομα. Το τρίτο επίπεδο, όπως είπε «απαιτεί την εύρεση ενός ικανού executive producer, ο οποίος καλείται να αναλάβει τη σύναψη συνεργασιών με άλλες, εγχώριες εταιρείες παραγωγής». Ως τέταρτο επίπεδο, όρισε τις συνεργασίες που οριοθετούνται μέσα από συγκεκριμένες συμφωνίες μεταξύ εταιρειών παραγωγής διαφορετικών χωρών (treaty co-productions), ενώ σε πέμπτο επίπεδο προσδιόρισε «την οριοθέτηση ζητημάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και δικαιωμάτων από ενδεχόμενα κέρδη της παραγωγής».
Πέρα από τα προαναφερθέντα επίπεδα, ο κ. Ουιντόνικ έκανε λόγο και για εναλλακτικές μορφές συμπαραγωγής, οι οποίες βασίζονται κυρίως «στην αλληλοϋποστήριξη μεταξύ δημιουργών, που μοιράζονται ιδέες, πόρους και υλικό για να ολοκληρώσουν τις ταινίες τους», όπως δήλωσε. Τέτοιου είδους projects τα χαρακτήρισε ως ένα είδος κοινής δημιουργικής περιπέτειας μεταξύ των συνεργαζομένων μερών. Ωστόσο, παρά τον διασκεδαστικό και απελευθερωμένο χαρακτήρα τέτοιων εγχειρημάτων, προειδοποίησε για τυχόν επιπλοκές σε πεδία που δεν έχουν ρητώς οριοθετηθεί, εξαιτίας της χαλαρότητας της φιλικής σχέσης που συνδέει συχνά τους συνεργάτες.
Στη συνέχεια, ο κ. Ουιντόνικ σημείωσε συνοπτικά τον διαφορετικό τρόπο συγχρηματοδότησης ντοκιμαντέρ στις ΗΠΑ, όπου συχνά προέρχονται από φιλανθρωπίες και εύπορους ιδιώτες, ενώ χαρακτήρισε «ξεπερασμένο» το μοντέλο χρηματοδότησης από το ευρύ κοινό για παραγωγές που είναι αρκετά φιλόδοξες και ξεπερνούν σε κόστος τα 20.000 ευρώ. Επίσης, επεσήμανε: «Είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για όσους αναζητούν χρηματοδότηση να απευθύνονται σε Pitching Forums των φεστιβάλ όπως αυτό του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ του Άμστερνταμ ή στο σχετικό εγχειρίδιο που εκδίδει κάθε χρόνο το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ντοκιμαντέρ (EDN)».
Κλείνοντας την ομιλία του, ο κ. Ουιντόνικ παρουσίασε τους πέντε νόμους που πρέπει να ορίζουν κάθε επιτυχημένη συμπαραγωγή: «Πρώτον, δούλευε μόνο σε projects που αγαπάς. Το ζητούμενο άλλωστε είναι πάντα η ταινία και όχι τα χρήματα. Δεύτερον, δούλεψε μόνο με ανθρώπους που αγαπάς ή που έχεις κοινές φιλοδοξίες ή κοινή θεώρηση των πραγμάτων, κοινώς άτομα με τα οποία επιθυμείς να μοιραστείς αυτή την εμπειρία. Τρίτον, είναι απαραίτητο να εντάσσεται ολόκληρο το πλαίσιο συνεργασίας σε ένα συμβόλαιο, ακόμα και αν συνεργάζεσαι με τον καλύτερό σου φίλο. Τέταρτον, όλες οι ταινίες ζουν και πεθαίνουν στις λεπτομέρειες. Πρέπει όλοι οι συνεργάτες σε μια παραγωγή να γνωρίζουν την ακριβή τους αρμοδιότητα και ασφαλώς προτού αρχίσουν τα γυρίσματα. Πέμπτον, θα πρέπει να είσαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να αντιμετωπίσεις οποιοδήποτε εμπόδιο ή διαφωνία, πάντα με γνώμονα την επίτευξη αμοιβαίων παραχωρήσεων και συμβιβασμών προκειμένου να προχωρήσει η παραγωγή».

Δεν υπάρχουν σχόλια: